Έναν Οκτώβρη σαν αύριο πήρα να γράφω λέξεις.
Δικές μου λέξεις.
Απλές .
Λέξεις που συχνά μοιάζανε σιγανές κραυγές.
Καλά καλά δεν ήξερα αν ήθελα να τις ακούσει κάποιος ή να μείνουνε για πάντα κρυφές.
Μια δική μου, ολότελα δική μου φωνή, σαν τους μοναχικούς ηλικιωμένους που όλο κάτι μουρμουρίζουν ενώ δεν τους ακούει κανείς
Μήνες στη σιωπή.Μια μαύρη σελίδα. Κατάμαυρη.
Στην αρχή , που δεν ήξερα να την πειράξω , είχε ακόμη λίγο χρώμα. Μα όσο μάθαινα να επεμβαίνω πάνω της τόσο το χρώμα χανόταν και όλο γινόταν σκούρο..... σκούρο.....σκούρο.... Κι αν με ρωτούσες ,έλεγα,
μα είναι λόγω των εικόνων, είναι θέμα αισθητικής.
Έτσι κορόιδευα τον εαυτό μου. Το ξέρω πως τον κορόιδευα. Γιατί ξέρω τη λατρεία μου για το χρώμα.
Μετά καλόμαθα στα χάδια των σχολίων . Σε κείνους τους λιγοστούς περαστικούς που έστηναν αυτί στις χαμηλόφωνες ανάσες μου. Κι εγώ αφουγκραζόμουν τις δικές τους. Κι η μοναξιά παρέμενε εκεί. Αλλά όχι τόσο μαύρη.
....κάτι αόρατοι φίλοι, από ένα άγνωστο υπερπέραν, που μουρμούριζαν λόγια στοργής και φιλίας και νοιαξίματος
είστε εκεί ακόμη; είστε εκεί ;
...........................................
Και μετά.........Ακριβώς πριν δυο χρόνια.Τη θυμάμαι τη μέρα.
Θυμάμαι την ώρα . Τη στιγμή. Το πού.
Κυρίως θυμάμαι το συναίσθημα
Άρχισα να αντιλαμβάνομαι το πέρασμα του χρόνου.
Το συνειδητό κύλισμα του χρόνου.
Όχι αυτό που λέμε : "αύριο πρέπει να κάνω αυτό κι αυτό κι αυτό "
Ήταν σα να ξυπνούσα από λήθαργο. Ο χρόνος απέκτησε ξαφνικά μια ξέχωρη από μένα οντότητα. Και τον ένιωσα. Ένιωσα τη ζωή μέσα στο χρόνο. Εμένα μέσα σε αυτόν.
Εκείνη την ημέρα μου χάρισα τη χρυσή σφυρήλατη καρδιά που από τοτε φοράω στο λαιμό . Ήταν το δώρο μου. Ασήμαντο . Όπως όλα τα σύμβολα.
Δίπλα μου είναι το φεγγάρι. Έχω και πάλι ένα παράθυρο απ' όπου μπορώ να βλέπω τις ανατολές
Ίσως να μην έχει και πολλή σημασία. Μαλλον δεν έχει και πολλη σημασια
Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009
Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009
πριν τον ήλιο
Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2009
Κυριακή 23 Αυγούστου 2009
να αποχωρείς με χάρη. πάντα
Shall we dance ?
για μια τελευταία φορά ?
Come on little stranger
There's only one last dance
Soon the music's over
Let's give it one more chance
το καπέλο απαραίτητο
να είστε πάντα καλά υπέροχοι "άλλοι"
για μια τελευταία φορά ?
Come on little stranger
There's only one last dance
Soon the music's over
Let's give it one more chance
το καπέλο απαραίτητο
να είστε πάντα καλά υπέροχοι "άλλοι"
Σάββατο 22 Αυγούστου 2009
- Όλα τα πράγματα έχουν ένα τέλος - Ένα όμορφο τέλος ;
Ο αέρας είναι ακίνητος σε αυτό το δωμάτιο .Ιδρώνω ελαφρά.
Υπέροχο μακρύ ελληνικό καλοκαίρι. Του χρόνου πάλι.
-Πόση ώρα μπορείς να κρατηθείς από ένα μονόζυγο ; μου είχε πει η Σ.
Πέντε λεπτά ; δέκα ; Όσο και να πιέσεις τον εαυτό σου σε λιγότερο από ένα τέταρτο θα έχεις αφήσει τα χέρια σου.
Και τώρα σκέψου το άλλο. Πόση ώρα αντέχεις να κρέμεσαι από ένα κλαδί όταν από κάτω σου είναι γκρεμός ;
Χαμογέλασα. Η απάντηση ήταν προφανής
Κι ενώ η συζήτηση αυτή έγινε πριν πολλά χρόνια και για εντελώς άσχετο λόγο, ήταν ο μόνος συσχετισμός που μπόρεσα να κάνω στο μυαλό μου, όταν η Χ. αναρωτήθηκε για το τι μπορεί και το τι δεν μπορεί να κάνει. Εκείνη. Τώρα.
Να μη βρεθείς στην ανάγκη, ήθελα να της πω. Δεν της το είπα
Είναι πολύ ευτυχισμένη. Το αξίζει.
Φλας μπακ. 22 Αυγούστου. Πάντα την ξεχνούσα αυτήν την ημερομηνία. Η Χ. πάντα μου τη θύμιζε. Πέτρινο μικρό ξωκλήσι σε κατάφυτο λόφο. Από κάτω η ξένη πόλη. Η άσχημη πόλη. Η αδιάφορη πόλη. Μια θεατρική παράσταση διακόπτει τις πρόβες της και μας δίνει τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Φέρνω εικόνες της στο μυαλό μου. Αλλά κανένα συναίσθημα
Ένα μικρο γατάκι μπερδεύεται στα πόδια μου. Ο φωτογράφος δε χάνει ευκαιρία
Ένα κλικ την ώρα που γέρνω χαμηλά το κεφάλι μαζεύοντας το φόρεμα
Ο Ν. είχε δίκιο.
-Θα πάρεις τα πιο πολύτιμα, μου είχε πει. Γιατί μόνο εσύ τα γνωρίζεις.
Δεν είχα αυταπάτες. Αλλά δεν το είχα σκεφτεί
Δεν ξέρω αν θα συνεχίσω τις εδώ εγγραφές μου. Αυτό το μπλογκ στάθηκε ο σταθερός μου σύντροφος την τελευταία τριετία.
Είναι πολύ φορτισμένο συναισθηματικά. Κάποιες φορές ασθανόμουν ιδιαιτέρως αφελή την εικόνα που έβγαζε προς τα έξω. Και δικαίως.
Θυμάμαι έναν στίχο του Ελύτη που λέει πως "γράφει ποιήματα, για να ερωτεύεται σωστά"
Δε γράφω ποίηση, ούτε και θα γράψω, αλλά σίγουρα ερωτεύομαι σωστά
Υπέροχο μακρύ ελληνικό καλοκαίρι. Του χρόνου πάλι.
-Πόση ώρα μπορείς να κρατηθείς από ένα μονόζυγο ; μου είχε πει η Σ.
Πέντε λεπτά ; δέκα ; Όσο και να πιέσεις τον εαυτό σου σε λιγότερο από ένα τέταρτο θα έχεις αφήσει τα χέρια σου.
Και τώρα σκέψου το άλλο. Πόση ώρα αντέχεις να κρέμεσαι από ένα κλαδί όταν από κάτω σου είναι γκρεμός ;
Χαμογέλασα. Η απάντηση ήταν προφανής
Κι ενώ η συζήτηση αυτή έγινε πριν πολλά χρόνια και για εντελώς άσχετο λόγο, ήταν ο μόνος συσχετισμός που μπόρεσα να κάνω στο μυαλό μου, όταν η Χ. αναρωτήθηκε για το τι μπορεί και το τι δεν μπορεί να κάνει. Εκείνη. Τώρα.
Να μη βρεθείς στην ανάγκη, ήθελα να της πω. Δεν της το είπα
Είναι πολύ ευτυχισμένη. Το αξίζει.
Φλας μπακ. 22 Αυγούστου. Πάντα την ξεχνούσα αυτήν την ημερομηνία. Η Χ. πάντα μου τη θύμιζε. Πέτρινο μικρό ξωκλήσι σε κατάφυτο λόφο. Από κάτω η ξένη πόλη. Η άσχημη πόλη. Η αδιάφορη πόλη. Μια θεατρική παράσταση διακόπτει τις πρόβες της και μας δίνει τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Φέρνω εικόνες της στο μυαλό μου. Αλλά κανένα συναίσθημα
Ένα μικρο γατάκι μπερδεύεται στα πόδια μου. Ο φωτογράφος δε χάνει ευκαιρία
Ένα κλικ την ώρα που γέρνω χαμηλά το κεφάλι μαζεύοντας το φόρεμα
Ο Ν. είχε δίκιο.
-Θα πάρεις τα πιο πολύτιμα, μου είχε πει. Γιατί μόνο εσύ τα γνωρίζεις.
Δεν είχα αυταπάτες. Αλλά δεν το είχα σκεφτεί
Δεν ξέρω αν θα συνεχίσω τις εδώ εγγραφές μου. Αυτό το μπλογκ στάθηκε ο σταθερός μου σύντροφος την τελευταία τριετία.
Είναι πολύ φορτισμένο συναισθηματικά. Κάποιες φορές ασθανόμουν ιδιαιτέρως αφελή την εικόνα που έβγαζε προς τα έξω. Και δικαίως.
Θυμάμαι έναν στίχο του Ελύτη που λέει πως "γράφει ποιήματα, για να ερωτεύεται σωστά"
Δε γράφω ποίηση, ούτε και θα γράψω, αλλά σίγουρα ερωτεύομαι σωστά
Τετάρτη 5 Αυγούστου 2009
σχεδόν
Με ήρεμα ποτάμια μοιάζουνε. Οι ζωές τους
Κυλούνε, συναντούνε πού και πού εμπόδια και μικρούς καταρράχτες, στρίβουν πάντα προς την προκαθορισμένη κατεύθυνση....κυλούνε.
Δε ρωτάνε. Ποτέ δε ρωτάνε.
Συνήθως λένε τα μικρά ή μεγάλα που τους αποσχολούν. Εστιάζουν περισσότερο στα μικρά. Κι αυτά τα μικρά μικρά είναι η ζωή τους.
Τους ακούω δίχως διάθεση να τους διακόψω
......................
Είναι σχεδόν πανσέληνος. Σχεδόν αρχή. Σχεδόν τέλος.
Το απόγευμα έφαγα κατακόκκινο, λαχταριστό καρπούζι. Και δεν ήταν καθόλου σχεδόν.
Ακροβατώ ανάμεσα στις δύο ακτές , μαζεύοντας τα μαλλιά μου που μάκρυναν και ακουμπούν στον ιδρωμένο σβέρκο. Το βράδυ, λυτά, φοράνε τον ήλιο.
Το καλοκαίρι κατοικεί στο μέρος που θα λέγαμε ψυχή.
Είναι ο λόγος που ακτινοβολούμε φως. Όταν το αφήνουμε να βγει.
Τρίτη 28 Ιουλίου 2009
γραφές και αναμνήσεις
Κορυτσά, Σεφέρης προς Μαρώ, 1η Φεβρουαρίου 1937
"Συλλογιζόμουνα αυτή τη ροπή που έχω σε κάποιες στιγμές να κλείνω τα μάτια και να τραβώ μπροστά κι ας είναι γκρεμός. Έτσι ήμουν από πολύ μικρό παιδί. Τώρα που έφυγαν τα χρόνια , λέω πως μου συμβαίνει αυτό σαν κουραστώ να κοιτάζω καθαρά. Και μέσα μου και έξω. Είναι ένα γύρισμα της ζωής που γυρεύει το δίκιο της όταν, κοιτάζοντας από πολύ κοντά όλα, την απελπίζουμε. Και δεν απελπίζεται η ζωή όσο υπάρχει, κι ας απελπίζεται ο άνθρωπος. Συλλογιζόμουνα εσένα, ζωή μου.
Καμιά φορά, όταν μου ξεφεύγουν κάτι τέτοια λόγια, στέκομαι και λογαριάζω (ο άλλος που σέρνω πάντα κοντά μου σαν ίσκιο, ο άλλος, ο ψυχρός παρατηρητής που δε συγκινείται, είναι πάντα έτοιμος να μιλήσει) λογαριάζω τι κάνω, ζυγιάζω την ευτυχία που μπορώ να δώσω και τον πόνο που έχω δώσει κιόλας, όχι μονάχα σε σένα. Λογαριάζω το κόστος αυτής της ευτυχίας. Σταματώ μια δύσκολη στιγμή. Κι έπειτα : "Ας γίνει ό,τι γίνει"- έτσι τελειώνω πάντα, άμα έρθω σε αντιπαράσταση μαζί σου. Και το τρομερό είναι ότι τα ξέρω όλα. Αυτή είναι η αγάπη μου. Και δεν πρέπει να σου τη λέω. Όμως βλέπεις αυτά τα πράγματα που είναι μεγαλύτερα από μας έχουν το κακό να μας δίνουν την εντύπωση οτι βρίσκονται πάντα σε κίνδυνο, ότι, αν μας τυραννούν τόσο "φριχτά πολύ" σήμερα, αύριο μπορεί να έχουν χαθεί μια για πάντα. Και το περίεργο είναι πως ενώ τόσο πολύ βασαζινόμαστε, θα προτιμούσαμε να χάσουμε οτιδήποτε άλλο παρά αυτό το βασάνισμα. Και τότες λέμε πως "δεν έχουμε καιρό" και δίνουμε ό,τι μπορούμε να δώσουμε. Και δεν έχω τίποτε άλλο να σου δώσω τώρα, παρά αυτές τις ανόητες λέξεις. Και πάλι δε θα σου τις έγραφα, αν δε με παρακινούσε η ελπίδα πως κάποτε, έστω για μια στιγμή, όταν σου κρατήσω το χέρι, δυο άνθρωποι, μέσα σ' αυτόν τον ψόφιο κόσμο που μας τριγυρίζει, θα μπορέσουν να νιώσουν ότι ανασαίνουν επιτέλους, έξω από όλα - κάποτε, όταν αυτά που λέμε τώρα πάρουν μια ανθρώπινη υπόσταση, και πάψουν να τριγυρνούν σα φαντάσματα.
Μέσα στα χτεσινά χαρτιά μου βρήκα σημειωμένη σε μια γωνιά και τούτη τη φράση : " Κι όταν βασίλεψε ο ήλιος τα πόδια μου άρχισαν να κρυώνουν." Θυμάμαι την ώρα, το φως και το ύφος σου άμα μου την είπες. Τώρα ακόμη βλέπω το χαμηλό κοίταγμά σου και τα χείλη σου. Μια φράση που δεν την πρόσεξες, που σου την έκλεψα σχεδόν. Έμεινε εκεί πέρα στο συρτάρι μου συμμαζεμένη και πετάχτηκε ξαφνικά τρελή, καινούργια. Είπα πως έτσι θα είναι λιγάκι, άμα σε ξαναβρώ, η ζωή."
Το δάσος έξω από τον πύργο ήταν ειδυλλιακό . Για άλλη μια φορά ο ήλιος έπαιζε με τη βροχή και τα δέντρα πρόσφεραν καταφύγιο κάτω από το πυκνό φύλλωμά τους.
Μπήκα βιαστικά μέσα για να φορέσω κάτι πιο ζεστό ενώ ήσουν απασχολημένος σε μια συζήτηση. Τη μαρμάρινη σκάλα τη σκέπαζε παχύ χαλί και οι γάτες μικρές βασίλισσες δεν έκαναν στην άκρη για να περάσεις. Λίγο αργότερα μου έδειξες τη μεγάλη σάλα με τα πολλά παράθυρα και τα λινά τραπεζομάντηλα στις καλαίσθητες ροτόντες. Τα πολλά παράθυρα που βλέπανε στον κήπο.
Δε θα ρωτήσω το Σεφέρη για τις μνήμες του. Η ζωή φτιάχνεται πάντα από τα ίδια υλικά Κι αν κάποιος μπορεί να ζει με μια κλεμμένη φράση, είναι που έμαθε να βλέπει και να ακούει λίγο πιο πέρα από τις αισθήσεις .
Σε κείνον τον όμορφο κήπο μπορούσες να αφουγκραστείς την ησυχία. Στο μικρό του κιόσκι υπήρχαν ακόμη τα απομεινάρια μιας γιορτής . Λευκές κορδέλες ...
Μικρά αλογάκια κούνιες και ξύλινες τραμπάλες.
Ποτε δεν αποτιμάται η στιγμή. Μόνο η μνήμη έχει αυτήν την εξουσία
"Συλλογιζόμουνα αυτή τη ροπή που έχω σε κάποιες στιγμές να κλείνω τα μάτια και να τραβώ μπροστά κι ας είναι γκρεμός. Έτσι ήμουν από πολύ μικρό παιδί. Τώρα που έφυγαν τα χρόνια , λέω πως μου συμβαίνει αυτό σαν κουραστώ να κοιτάζω καθαρά. Και μέσα μου και έξω. Είναι ένα γύρισμα της ζωής που γυρεύει το δίκιο της όταν, κοιτάζοντας από πολύ κοντά όλα, την απελπίζουμε. Και δεν απελπίζεται η ζωή όσο υπάρχει, κι ας απελπίζεται ο άνθρωπος. Συλλογιζόμουνα εσένα, ζωή μου.
Καμιά φορά, όταν μου ξεφεύγουν κάτι τέτοια λόγια, στέκομαι και λογαριάζω (ο άλλος που σέρνω πάντα κοντά μου σαν ίσκιο, ο άλλος, ο ψυχρός παρατηρητής που δε συγκινείται, είναι πάντα έτοιμος να μιλήσει) λογαριάζω τι κάνω, ζυγιάζω την ευτυχία που μπορώ να δώσω και τον πόνο που έχω δώσει κιόλας, όχι μονάχα σε σένα. Λογαριάζω το κόστος αυτής της ευτυχίας. Σταματώ μια δύσκολη στιγμή. Κι έπειτα : "Ας γίνει ό,τι γίνει"- έτσι τελειώνω πάντα, άμα έρθω σε αντιπαράσταση μαζί σου. Και το τρομερό είναι ότι τα ξέρω όλα. Αυτή είναι η αγάπη μου. Και δεν πρέπει να σου τη λέω. Όμως βλέπεις αυτά τα πράγματα που είναι μεγαλύτερα από μας έχουν το κακό να μας δίνουν την εντύπωση οτι βρίσκονται πάντα σε κίνδυνο, ότι, αν μας τυραννούν τόσο "φριχτά πολύ" σήμερα, αύριο μπορεί να έχουν χαθεί μια για πάντα. Και το περίεργο είναι πως ενώ τόσο πολύ βασαζινόμαστε, θα προτιμούσαμε να χάσουμε οτιδήποτε άλλο παρά αυτό το βασάνισμα. Και τότες λέμε πως "δεν έχουμε καιρό" και δίνουμε ό,τι μπορούμε να δώσουμε. Και δεν έχω τίποτε άλλο να σου δώσω τώρα, παρά αυτές τις ανόητες λέξεις. Και πάλι δε θα σου τις έγραφα, αν δε με παρακινούσε η ελπίδα πως κάποτε, έστω για μια στιγμή, όταν σου κρατήσω το χέρι, δυο άνθρωποι, μέσα σ' αυτόν τον ψόφιο κόσμο που μας τριγυρίζει, θα μπορέσουν να νιώσουν ότι ανασαίνουν επιτέλους, έξω από όλα - κάποτε, όταν αυτά που λέμε τώρα πάρουν μια ανθρώπινη υπόσταση, και πάψουν να τριγυρνούν σα φαντάσματα.
Μέσα στα χτεσινά χαρτιά μου βρήκα σημειωμένη σε μια γωνιά και τούτη τη φράση : " Κι όταν βασίλεψε ο ήλιος τα πόδια μου άρχισαν να κρυώνουν." Θυμάμαι την ώρα, το φως και το ύφος σου άμα μου την είπες. Τώρα ακόμη βλέπω το χαμηλό κοίταγμά σου και τα χείλη σου. Μια φράση που δεν την πρόσεξες, που σου την έκλεψα σχεδόν. Έμεινε εκεί πέρα στο συρτάρι μου συμμαζεμένη και πετάχτηκε ξαφνικά τρελή, καινούργια. Είπα πως έτσι θα είναι λιγάκι, άμα σε ξαναβρώ, η ζωή."
Το δάσος έξω από τον πύργο ήταν ειδυλλιακό . Για άλλη μια φορά ο ήλιος έπαιζε με τη βροχή και τα δέντρα πρόσφεραν καταφύγιο κάτω από το πυκνό φύλλωμά τους.
Μπήκα βιαστικά μέσα για να φορέσω κάτι πιο ζεστό ενώ ήσουν απασχολημένος σε μια συζήτηση. Τη μαρμάρινη σκάλα τη σκέπαζε παχύ χαλί και οι γάτες μικρές βασίλισσες δεν έκαναν στην άκρη για να περάσεις. Λίγο αργότερα μου έδειξες τη μεγάλη σάλα με τα πολλά παράθυρα και τα λινά τραπεζομάντηλα στις καλαίσθητες ροτόντες. Τα πολλά παράθυρα που βλέπανε στον κήπο.
Δε θα ρωτήσω το Σεφέρη για τις μνήμες του. Η ζωή φτιάχνεται πάντα από τα ίδια υλικά Κι αν κάποιος μπορεί να ζει με μια κλεμμένη φράση, είναι που έμαθε να βλέπει και να ακούει λίγο πιο πέρα από τις αισθήσεις .
Σε κείνον τον όμορφο κήπο μπορούσες να αφουγκραστείς την ησυχία. Στο μικρό του κιόσκι υπήρχαν ακόμη τα απομεινάρια μιας γιορτής . Λευκές κορδέλες ...
Μικρά αλογάκια κούνιες και ξύλινες τραμπάλες.
Ποτε δεν αποτιμάται η στιγμή. Μόνο η μνήμη έχει αυτήν την εξουσία
Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009
ρωγμές
Είναι μια γιαγιά που κάθε μέρα πηγαίνει στο πηγάδι του χωριού και γεμίζει τα δυο της κανάτια. Το ένα είναι καινούριο και γερό και δε χάνει ούτε μία σταγόνα μέχρι να πάει στο σπίτι της . Το άλλο όμως έχει ρωγμές και μέχρι να φτάσει είναι μισοάδειο.
Τα χρόνια περνούν και η γιαγιά ολοένα πηγαινοέρχεται με τα δυο της κανάτια. Το γερό κανάτι αισθάνεται περήφανο και ευτυχισμένο που φέρνει σε πέρας τόσο τέλεια την αποστολή του. Το άλλο όμως αισθάνεται δυστυχισμένο και παραπονιέται για την ανικανότητά του να κρατήσει το νερό μέχρι τον προορισμό του. Νομίζει πως εκείνο φταίει για τις ρωγμές του. Και ζητάει απο τη γιαγιά να το παρατήσει και να το αντικαταστάσει με άλλο.
Εκείνη το κοιτά με απορία για τη δυστυχία του και του απαντά:
- Έχεις προσέξει το δρόμο από τη μεριά που σε κρατώ ; Είναι γεμάτος λουλούδια. Είχα φυτέψει σπόρους κι εσύ τους έκανες να ανθίσουν. Το νερό σου δεν πηγαίνει χαμένο. Χάρη σε αυτό ποτίζεται το χώμα, ανθίζει ο δρόμος και ομορφαίνει. Μερικές φορές κόβω λίγα λουλούδια και το σπίτι γεμίζει χρώμα και αρώματα.
Τα χρόνια περνούν και η γιαγιά ολοένα πηγαινοέρχεται με τα δυο της κανάτια. Το γερό κανάτι αισθάνεται περήφανο και ευτυχισμένο που φέρνει σε πέρας τόσο τέλεια την αποστολή του. Το άλλο όμως αισθάνεται δυστυχισμένο και παραπονιέται για την ανικανότητά του να κρατήσει το νερό μέχρι τον προορισμό του. Νομίζει πως εκείνο φταίει για τις ρωγμές του. Και ζητάει απο τη γιαγιά να το παρατήσει και να το αντικαταστάσει με άλλο.
Εκείνη το κοιτά με απορία για τη δυστυχία του και του απαντά:
- Έχεις προσέξει το δρόμο από τη μεριά που σε κρατώ ; Είναι γεμάτος λουλούδια. Είχα φυτέψει σπόρους κι εσύ τους έκανες να ανθίσουν. Το νερό σου δεν πηγαίνει χαμένο. Χάρη σε αυτό ποτίζεται το χώμα, ανθίζει ο δρόμος και ομορφαίνει. Μερικές φορές κόβω λίγα λουλούδια και το σπίτι γεμίζει χρώμα και αρώματα.
Τρίτη 14 Ιουλίου 2009
Κυριακή 5 Ιουλίου 2009
Buscaglia
Δε μου αρέσουν και πολύ τα βιντεάκια, ούτε στο δικό μου ούτε σε άλλα ιστολόγια , θεωρώ πως κουράζουν....όσο μπορώ τα αποφεύγω
Αλλά ο Μπουσκάλια είχε μια ιδιαίτερη επίδραση πάνω μου.Τότε που την χρειαζόμουν.
Και ήθελα να υπάρχει.
Εδώ.
Επέλεξα ένα από τα πιο σύντομά του
Σάββατο 27 Ιουνίου 2009
βόλτα στο μουσείο
Από μέρες ήθελα να πάω. 'Οχι σ'εκείνο που πάει ο νους σας. Σ'εκείνο ας πάνε πρώτα οι trendy και οι in που εξαντλήσανε τα εισιτήρια και μετά... ε! μετά θα έρθει η σειρά και για μας.
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό. Εκεί ήθελα να πάω. Όπου κανένας δε σου μιλάει ελληνικά, γιατί απλούστατα δεν τους περνάει καν από το μυαλό ότι υπάρχει Έλληνας που να θέλει να επισκεφτεί το Μουσείο. Αν μάλιστα τους πεις οτι μένεις στην Αθήνα και ότι και πριν 1 μήνα ήσουν ξανά εκεί μέσα , τότε πια θα σου φορέσουν ζουρλομανδύα.
Φυσικά όλοι ενδιαφέρονται να δουν τα γλυπτά του Παρθενώνα. Στο νέο Μουσείο. Της Ακροπόλεως.
Και θα είχα πραγματικά την περιέργεια να στηθώ έξω από αυτό και να ρωτώ τους Έλληνες επισκέπτες του, πόσοι από αυτούς έχουν επισκεφτεί έστω μία φορά το Αρχαιολογικό. Το σπουδαιότερο μουσείο της χώρας.
Δεν υποτιμώ το νέο στολίδι της Αθήνας. Κάθε άλλο. Απορώ μονάχα πού βρεθήκανε όλοι αυτοί οι διψασμένοι για πολιτισμό, που τον υπόλοιπο καιρό δεν τους βρίσκεις πουθενά.
Τέλος πάντων. Καλύτερα που είχε λίγο έως καθόλου κόσμο. Εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα με τα νέα εκθέματα στον επάνω όροφο, στη συλλογή των Αγγείων και Μικροτεχνίας. Άπειρες μικρές Νίκες, Έρωτες, Ταναγραίες, καταπληκτικά συμπλέγματα έμπειρων τεχνιτών που μέχρι τώρα δεν τα έβλεπε κανείς μια που ήταν στις αποθήκες του Μουσείου. Οι οποίες είναι ακόμη γεμάτες. Υπερβολικά γεμάτες.
Λείπουνε όμως οι μισές από τις τοιχογραφίες του Ακρωτηρίου της Σαντορίνης, μετά την ανακαίνιση. Μόνο οι αντιλόπες, οι παλαιστές και η άνοιξη υπάρχουν πια. Νιώθω την απουσία της Ζωφόρου του στόλου και της γυναίκας με τους πάπυρους.
Αλλά όλα τα άλλα ήταν εκεί. Τα κυκλαδικά ειδώλια, τα χρυσά προσωπεία των Μυκηνών, οι κούροι και οι κόρες, ο χάλκινος Ποσειδώνας, οι επιτάφιες στήλες, ο νέος των Αντικυθήρων, τα άπειρα αγγεία
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό. Εκεί ήθελα να πάω. Όπου κανένας δε σου μιλάει ελληνικά, γιατί απλούστατα δεν τους περνάει καν από το μυαλό ότι υπάρχει Έλληνας που να θέλει να επισκεφτεί το Μουσείο. Αν μάλιστα τους πεις οτι μένεις στην Αθήνα και ότι και πριν 1 μήνα ήσουν ξανά εκεί μέσα , τότε πια θα σου φορέσουν ζουρλομανδύα.
Φυσικά όλοι ενδιαφέρονται να δουν τα γλυπτά του Παρθενώνα. Στο νέο Μουσείο. Της Ακροπόλεως.
Και θα είχα πραγματικά την περιέργεια να στηθώ έξω από αυτό και να ρωτώ τους Έλληνες επισκέπτες του, πόσοι από αυτούς έχουν επισκεφτεί έστω μία φορά το Αρχαιολογικό. Το σπουδαιότερο μουσείο της χώρας.
Δεν υποτιμώ το νέο στολίδι της Αθήνας. Κάθε άλλο. Απορώ μονάχα πού βρεθήκανε όλοι αυτοί οι διψασμένοι για πολιτισμό, που τον υπόλοιπο καιρό δεν τους βρίσκεις πουθενά.
Τέλος πάντων. Καλύτερα που είχε λίγο έως καθόλου κόσμο. Εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα με τα νέα εκθέματα στον επάνω όροφο, στη συλλογή των Αγγείων και Μικροτεχνίας. Άπειρες μικρές Νίκες, Έρωτες, Ταναγραίες, καταπληκτικά συμπλέγματα έμπειρων τεχνιτών που μέχρι τώρα δεν τα έβλεπε κανείς μια που ήταν στις αποθήκες του Μουσείου. Οι οποίες είναι ακόμη γεμάτες. Υπερβολικά γεμάτες.
Λείπουνε όμως οι μισές από τις τοιχογραφίες του Ακρωτηρίου της Σαντορίνης, μετά την ανακαίνιση. Μόνο οι αντιλόπες, οι παλαιστές και η άνοιξη υπάρχουν πια. Νιώθω την απουσία της Ζωφόρου του στόλου και της γυναίκας με τους πάπυρους.
Αλλά όλα τα άλλα ήταν εκεί. Τα κυκλαδικά ειδώλια, τα χρυσά προσωπεία των Μυκηνών, οι κούροι και οι κόρες, ο χάλκινος Ποσειδώνας, οι επιτάφιες στήλες, ο νέος των Αντικυθήρων, τα άπειρα αγγεία
Τρίτη 23 Ιουνίου 2009
βουβά
είναι εκείνες οι άυπνες νύχτες που βγαίνω σιγανά στο κατάστρωμα...σσσσ μη σε ξυπνήσω , η πάντα εκεί αγκαλιά σου και το σεντόνι που τυλίγω γύρω μου, ο χορός των άστρων και η σκοτεινιά του κύματος
το ανήσυχο "πού πήγες ; ...."
πόσο μακριά από την αγκαλιά σου νομίζεις ότι μπορώ να πάω;
το ανήσυχο "πού πήγες ; ...."
πόσο μακριά από την αγκαλιά σου νομίζεις ότι μπορώ να πάω;
Κυριακή 21 Ιουνίου 2009
Πέμπτη 18 Ιουνίου 2009
δεκαεννιά
Μιλάς με το σκοτάδι.
Οι λέξεις μοιάζουν αόρατες. Ανομολόγητες.
Ψάχνεις να βρεις εκείνο το όνειρο, το δίχως έξοδο διαφυγής.
Θυμάσαι;
Είναι ακόμη ζωντανό. Το πλοίο, η δίκη και κείνο το άλλο,
το αίσθημα
της μη υποταγής
Χαμένα λόγια
Σήμερα έμαθες για τον Σ που έφυγε νωρίς
Φεύγουν ακόμη οι άνθρωποι ;
Ίσως αύριο πρέπει να ξυπνήσεις με τα τακούνια της Φ. Να ακούσεις το κλειδί στην πόρτα.....
-Τι μουρμουρίζεις πρωί - πρωί ;
- Τι όμορφη που είσαι όταν ξυπνάς ;
- Αν δεν ήσουν εδώ θα έδινα στις Σ. Θερμοδυναμική
Τον τραβάς από το χέρι η Β έχει γενέθλια
Οι λέξεις μοιάζουν αόρατες. Ανομολόγητες.
Ψάχνεις να βρεις εκείνο το όνειρο, το δίχως έξοδο διαφυγής.
Θυμάσαι;
Είναι ακόμη ζωντανό. Το πλοίο, η δίκη και κείνο το άλλο,
το αίσθημα
της μη υποταγής
Χαμένα λόγια
Σήμερα έμαθες για τον Σ που έφυγε νωρίς
Φεύγουν ακόμη οι άνθρωποι ;
Ίσως αύριο πρέπει να ξυπνήσεις με τα τακούνια της Φ. Να ακούσεις το κλειδί στην πόρτα.....
-Τι μουρμουρίζεις πρωί - πρωί ;
- Τι όμορφη που είσαι όταν ξυπνάς ;
- Αν δεν ήσουν εδώ θα έδινα στις Σ. Θερμοδυναμική
Τον τραβάς από το χέρι η Β έχει γενέθλια
Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009
η έρημος
[- Η έρημος είναι όμορφη, πρόσθεσε.
Και ήταν αλήθεια. Αγαπούσα πάντα την έρημο. Κάθεσαι πάνω σε μιαν αμμουδιά. Δε βλέπεις τίποτα. Δεν ακούς τίποτα. Και όμως κάτι τι αχτιδοβολεί μέσα στην ερημιά.
- Αυτό που κάνει όμορφη την έρημο, είπε ο μικρός πρίγκιπας, είναι που κρύβει κάπου ένα πηγάδι.]
Le Petit Prince, Α. De Saint-Exupery
Καμιά φορά .... αυτό που κάνει όμορφη την έρημο, είναι που δε βλέπεις τίποτα. Που δεν ακούς τίποτα. Καμιά φορά.... η ίδια η ερημιά είναι ωραία.
Είναι τότε, που μην έχοντας προσδοκίες , μπορείς να εκτιμήσεις την ομορφιά αυτού που ξετυλίγεται στα μάτια σου και όχι αυτήν μιας κρυφής υπόσχεσης.
Και ήταν αλήθεια. Αγαπούσα πάντα την έρημο. Κάθεσαι πάνω σε μιαν αμμουδιά. Δε βλέπεις τίποτα. Δεν ακούς τίποτα. Και όμως κάτι τι αχτιδοβολεί μέσα στην ερημιά.
- Αυτό που κάνει όμορφη την έρημο, είπε ο μικρός πρίγκιπας, είναι που κρύβει κάπου ένα πηγάδι.]
Le Petit Prince, Α. De Saint-Exupery
Καμιά φορά .... αυτό που κάνει όμορφη την έρημο, είναι που δε βλέπεις τίποτα. Που δεν ακούς τίποτα. Καμιά φορά.... η ίδια η ερημιά είναι ωραία.
Είναι τότε, που μην έχοντας προσδοκίες , μπορείς να εκτιμήσεις την ομορφιά αυτού που ξετυλίγεται στα μάτια σου και όχι αυτήν μιας κρυφής υπόσχεσης.
Κυριακή 14 Ιουνίου 2009
κυριακάτικο ξύπνημα
Αισθάνομαι
τη ζέστη του Ιουνίου ντυμένη με το άρωμά σου
την ημεράδα του πρωινού μιας γυμνής νωχέλειας
ο αγέρας σου είναι γεμάτος ζωντανές φωνές
φέρνουν δροσιά
λείπουν τα όνειρα
καλύτερα έτσι
Όταν μες στο μονόδρομο του αισθήματος μπλέκω ακούσια σε νοερούς λαβυρίνθους , κάποια στιγμή επιστρέφω στη μόνη πραγματικότητα
σ'αγαπώ
τη ζέστη του Ιουνίου ντυμένη με το άρωμά σου
την ημεράδα του πρωινού μιας γυμνής νωχέλειας
ο αγέρας σου είναι γεμάτος ζωντανές φωνές
φέρνουν δροσιά
λείπουν τα όνειρα
καλύτερα έτσι
Όταν μες στο μονόδρομο του αισθήματος μπλέκω ακούσια σε νοερούς λαβυρίνθους , κάποια στιγμή επιστρέφω στη μόνη πραγματικότητα
σ'αγαπώ
Τρίτη 9 Ιουνίου 2009
Κυριακή 7 Ιουνίου 2009
διάθεση ταξιδιού
Αυτός ο καιρός με εξωθεί άγρια σε ένα ταξίδι. Και σαν τα μικρά παιδιά που δεν καταλαβαίνουν από απαγορευτικά "μη", θέλω να γεμίσω τον με υλική υπόσταση ταξιδιωτικό μου σάκο - τον άλλον τον κουβαλώ έτσι και αλλιώς μαζί μου - και να τραβήξω κατά κει .
Σήμερα βρήκα ένα παλιό λαδάκι από αυτά που αγοράζει κανείς σε μικρές πλαστικές μπαλίτσες και μυρίζω ολόκληρη ωκεανός. Να είναι αυτή η αιτία του παράξενου ονείρου που είδα πριν λίγο ;
Ο νους μου τρέχει σε μια cote d' azur, αλλά γνωρίζω πως εδώ και πολλά χρόνια η τουριστική ανάπτυξη έχει εξαφανίσει τα άλλοτε γραφικά ψαροχώρια της κυανής ακτής.
Θυμάμαι αντ' αυτής έντονα την costiera amalfitana, μια διαδρομή πάνω σε απόκρυμνα βράχια όπου η θέα σου έκοβε την ανάσα ταυτόχρονα με τη μόνιμη αίσθηση κινδύνου που σου προκαλούσαν οι στροφές φουρκέτες μαζί με τη ριψοκίνδυνη οδήγηση των Ιταλών .
Στη φωτό η Matera, στη Ν. Ιταλία
Παρασκευή 5 Ιουνίου 2009
τα απαραίτητα
Γεμίζω τον ταξιδιωτικό μου σάκο, όμοια με τον ποιητή, και παίρνω μόνο τα απαραίτητα. Δεν είναι πράγματα απτά τα πιο πολλά. Είναι εκείνα που κάποια στιγμή γέμισαν τα μάτια, τη σκέψη, την ψυχή ...
Το μικρό Ναυτίλο (Οδ. Ελ.) με λίγες βιολέτες φυλαγμένες σε μια σελίδα του (νομίζω πως από μόνος του γεμίζει το σάκο)
Το Only Time της Εnya
To Lighthouse at Two Lights και το Ground Swell του Edward Hopper
Το "Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω
λουΐζα και βασιλικό..."
Το Air του Bach
Την Αιολική Γη του Βενέζη
Ένα Κυκλαδικό ειδώλιο γυναικείας θεότητας
Το Cafe terrace on the Place du Forum του Van Gogh
To Προφητικόν του Άξιον Εστί, όλο το Άξιον Εστί
Ήλιο ελληνικό και ένα κομμάτι αττικό ουρανό
Το Take this Waltz του L.Cohen
Το σιγανό μουρμουρητό της θάλασσας
Το Terre des Hommes του Exupery
Σίγουρα αν ψάξω θα βρω και άλλο υλικό από αυτό που φτιάχνει όνειρα, αναμνήσεις, ζωή.
Αν και μου φτάνει...Μου φτάνει...Το βλέμμα και το άγγιγμα. Εκείνου.
Το μικρό Ναυτίλο (Οδ. Ελ.) με λίγες βιολέτες φυλαγμένες σε μια σελίδα του (νομίζω πως από μόνος του γεμίζει το σάκο)
Το Only Time της Εnya
To Lighthouse at Two Lights και το Ground Swell του Edward Hopper
Το "Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω
λουΐζα και βασιλικό..."
Το Air του Bach
Την Αιολική Γη του Βενέζη
Ένα Κυκλαδικό ειδώλιο γυναικείας θεότητας
Το Cafe terrace on the Place du Forum του Van Gogh
To Προφητικόν του Άξιον Εστί, όλο το Άξιον Εστί
Ήλιο ελληνικό και ένα κομμάτι αττικό ουρανό
Το Take this Waltz του L.Cohen
Το σιγανό μουρμουρητό της θάλασσας
Το Terre des Hommes του Exupery
Σίγουρα αν ψάξω θα βρω και άλλο υλικό από αυτό που φτιάχνει όνειρα, αναμνήσεις, ζωή.
Αν και μου φτάνει...Μου φτάνει...Το βλέμμα και το άγγιγμα. Εκείνου.
Τετάρτη 27 Μαΐου 2009
γυάλινες χάντρες
οι γυάλινες χάντρες πάντα με ξεγελούσαν /όχι όποιες και όποιες...αυτό να το ξεκαθαρίσω / εύκολα θα χάριζα τη γη μου για να τις αποκτήσω/ είναι τα μάτια που δίνουν αξία στα πράγματα / άλλοτε και η ψυχή /όχι πάντα τη σωστή /τα δικά μου έψαχναν πάντα ουρανό/ ελαττωματικά .../
Σάββατο 23 Μαΐου 2009
το νησί (που δεν υπάρχει πια)
ανοίγεις τα μάτια μες στο σκοτάδι
της παλιάς ανάμνησης
εικόνα ανεξίτηλη
τα μικρά φωτάκια που αιωρούνται μεταξύ θάλασσας και ουρανού
μοιάζουν πλωτά σημάδια στον αέρα
λίγο μετά
το αλλόκοσμο μαύρο μέσα στην πίσσα νύχτα που ανεβαίνει, όλο ανεβαίνει
μοιάζει να μην έχει τελειωμό
τεντώνεις το λαιμό
κι εκεί που πάει να σε στοιχειώσει η σκοτεινιά και να μη θυμάσαι παρά μόνο αυτήν...
μια ασημένια κορυφογραμμή τρυπάει το σκοτάδι
κάπου πίσω της κρύβεται μία σελήνη
και μετά η ανάβαση
στροφές φουρκέτες
ο αέρας βαρύς σχεδόν σε πνίγει
το σώμα γεμίζει αλμύρα, τα ρούχα κολλάνε
μόλις άγγιξες τη σκοτεινή πλευρά του παραδείσου
της παλιάς ανάμνησης
εικόνα ανεξίτηλη
τα μικρά φωτάκια που αιωρούνται μεταξύ θάλασσας και ουρανού
μοιάζουν πλωτά σημάδια στον αέρα
λίγο μετά
το αλλόκοσμο μαύρο μέσα στην πίσσα νύχτα που ανεβαίνει, όλο ανεβαίνει
μοιάζει να μην έχει τελειωμό
τεντώνεις το λαιμό
κι εκεί που πάει να σε στοιχειώσει η σκοτεινιά και να μη θυμάσαι παρά μόνο αυτήν...
μια ασημένια κορυφογραμμή τρυπάει το σκοτάδι
κάπου πίσω της κρύβεται μία σελήνη
και μετά η ανάβαση
στροφές φουρκέτες
ο αέρας βαρύς σχεδόν σε πνίγει
το σώμα γεμίζει αλμύρα, τα ρούχα κολλάνε
μόλις άγγιξες τη σκοτεινή πλευρά του παραδείσου
Τρίτη 19 Μαΐου 2009
το κουνελάκι
ήταν ένα μικρό κουνελάκι που είχε κλέψει όλη την αγάπη μου, εκείνη που δεν είχα πού να ακουμπήσω
και είναι κάποια κείμενα που γράφουμε, σβήνουμε, δεν ξέρουμε πώς να τα γράψουμε
θέλουμε να τα κρατήσουμε για τον εαυτό μας
τελικά γυρίζουμε σελίδα
στο καλοκαίρι,στο συναίσθημα, στη ζωή μας
Φυσά έξω
και είναι κάποια κείμενα που γράφουμε, σβήνουμε, δεν ξέρουμε πώς να τα γράψουμε
θέλουμε να τα κρατήσουμε για τον εαυτό μας
τελικά γυρίζουμε σελίδα
στο καλοκαίρι,στο συναίσθημα, στη ζωή μας
Φυσά έξω
Κυριακή 10 Μαΐου 2009
μωσαϊκό
Με ένα διάφανο, στα χρώματα της πιο επιθυμητής θάλασσας καφτάνι, κατηφορίζεις τα βράχια για να βρεθείς στην "άλλη" θάλασσα
Το νιώθεις
το αόρατο ψέμα και τη διάβρωση που προκαλεί
Λείοι, σμιλεμένοι βράχοι και η ενδόμυχη επιθυμία μιας λείανσης όμοιας . Πέρα από το χρόνο και τη θέληση
Λίγο πιο δίπλα η ζωή ξεχύνεται με χίλιες μορφές
Ένα παλιά γραμμένο βιβλίο γεμίζει άμμο και αλμύρα και αναμνήσεις ανικανοποίητου
Ο μεταλλικός φάρος
και ο αχός του κύματος που γεμίζει το μυαλό σου την ώρα που φεύγεις
Το νιώθεις
το αόρατο ψέμα και τη διάβρωση που προκαλεί
Λείοι, σμιλεμένοι βράχοι και η ενδόμυχη επιθυμία μιας λείανσης όμοιας . Πέρα από το χρόνο και τη θέληση
Λίγο πιο δίπλα η ζωή ξεχύνεται με χίλιες μορφές
Ένα παλιά γραμμένο βιβλίο γεμίζει άμμο και αλμύρα και αναμνήσεις ανικανοποίητου
Ο μεταλλικός φάρος
και ο αχός του κύματος που γεμίζει το μυαλό σου την ώρα που φεύγεις
Σάββατο 9 Μαΐου 2009
να ελπίζεις
Ήρεμο απόγευμα Σαββάτου. Ο ήλιος στην πλάτη μου. Σχεδόν καλοκαίρι. Τιτιβίσματα γύρω μου παντού. Ο Α. χαμογελαστά με δικαιώνει για μία μου πρόβλεψη. Κι εγώ αναρωτιέμαι αν είναι καλό να ξέρεις. Είναι φορές που θα προτιμούσα το λάθος. Το λάθος σου επιτρέπει να ελπίζεις.
Και είναι Μάης. Πώς πέρασαν έτσι οι εποχές ;
Η Μ. είχε πει πως αν ο σκοπός μας ήταν η ευτυχία, την έχουμε γ........
Σίγουρα εκείνη ξέρει. Πιο ανελέητο κυνήγι για να την βρει, δεν έχει γίνει από άνθρωπο
Αλλά αυτο το τραγούδι...... που δυο μήνες τώρα δεν κουράζομαι να ακούω....ακόμη με ταξιδεύει.
Μαζί του.
Και είναι Μάης. Πώς πέρασαν έτσι οι εποχές ;
Η Μ. είχε πει πως αν ο σκοπός μας ήταν η ευτυχία, την έχουμε γ........
Σίγουρα εκείνη ξέρει. Πιο ανελέητο κυνήγι για να την βρει, δεν έχει γίνει από άνθρωπο
Αλλά αυτο το τραγούδι...... που δυο μήνες τώρα δεν κουράζομαι να ακούω....ακόμη με ταξιδεύει.
Μαζί του.
Παρασκευή 8 Μαΐου 2009
χαμένα λεπτά
Κυριακή 26 Απριλίου 2009
λίγες λέξεις
Κάποτε νιώθεις πως τα έχεις πει όλα και δε μένει τίποτ΄άλλο να πεις παρά μόνο ίσως ένα : "κράτα μου το χέρι"
στο πρόσωπο που αγαπάς
Είναι η εποχή που οι νεραντζιές γεμίζουν τον αέρα με το άρωμά τους. Τα κοτσύφια χαίρονται τον έρωτά τους . Ο ουρανός γυρίζει συχνά από το γαλανό στο γκρίζο μην έχοντας αποφασίσει ακόμη για το χρώμα του
Και η ψυχή θα ήθελε να είχε περισσότερη αυτάρκεια
στο πρόσωπο που αγαπάς
Είναι η εποχή που οι νεραντζιές γεμίζουν τον αέρα με το άρωμά τους. Τα κοτσύφια χαίρονται τον έρωτά τους . Ο ουρανός γυρίζει συχνά από το γαλανό στο γκρίζο μην έχοντας αποφασίσει ακόμη για το χρώμα του
Και η ψυχή θα ήθελε να είχε περισσότερη αυτάρκεια
Τρίτη 14 Απριλίου 2009
Δευτέρα 13 Απριλίου 2009
τόσα κι άλλα τόσα
10000 miles or more
είναι εκείνες οι μελαγχολικές μέρες
που ο κόσμος μοιάζει θολός
που οι φόβοι του ξυπνάνε πριν από σένα
(περνά απέναντι, σ'αφήνει, δεν υπάρχεις, έτσι νιώθεις, εκείνη τη στιγμή έτσι νιώθεις)
κάνεις ότι δεν κατάλαβες
αλλά αυτό το απέναντι σε διακτίνισε ήδη μίλια και μίλια μακριά
και το μόνο που μπορείς να κάνεις εκείνη την ώρα, είναι να χαμογελάς ευγενικά, να κάνεις ότι δεν είδες
καμιά φορά είναι τόση η προσπάθεια που σχεδόν το πιστεύεις
αργότερα μένει μόνο η θλίψη.....εσύ και η θλίψη...εσύ και η ανεπάρκειά σου...εσύ και η δύναμή σου
είναι ό,τι έχεις
10000 μίλια....
δε φτάνουν......είναι το μέσα ταξίδι....
είναι εκείνες οι μελαγχολικές μέρες
που ο κόσμος μοιάζει θολός
που οι φόβοι του ξυπνάνε πριν από σένα
(περνά απέναντι, σ'αφήνει, δεν υπάρχεις, έτσι νιώθεις, εκείνη τη στιγμή έτσι νιώθεις)
κάνεις ότι δεν κατάλαβες
αλλά αυτό το απέναντι σε διακτίνισε ήδη μίλια και μίλια μακριά
και το μόνο που μπορείς να κάνεις εκείνη την ώρα, είναι να χαμογελάς ευγενικά, να κάνεις ότι δεν είδες
καμιά φορά είναι τόση η προσπάθεια που σχεδόν το πιστεύεις
αργότερα μένει μόνο η θλίψη.....εσύ και η θλίψη...εσύ και η ανεπάρκειά σου...εσύ και η δύναμή σου
είναι ό,τι έχεις
10000 μίλια....
δε φτάνουν......είναι το μέσα ταξίδι....
Κυριακή 12 Απριλίου 2009
λίγο πιο πέρα
Σάββατο 4 Απριλίου 2009
αστρολάβοι
Ήταν τόσο ανεπαίσθητο το άγγιγμα - ένα απαλό χάδι- και τόσο αυθόρμητο το μικρό μου παράπονο... που εκείνο το "ψυχή μου" με ξάφνιασε.
Κι ο ήλιος έδυε πίσω από το κάστρο, τα δέντρα, το ποτάμι.
Το δικό μας ποτάμι
Δεν ήξερα ότι η αδυναμία μου - η λαχτάρα μου- ακούστηκε τόσο ηχηρά
Νόμιζα πως την έκρυβα καλά. Ήξερα πόσο σκληρή μπορούσα να είμαι. Και πόσο ευάλωτη ταυτόχρονα. Ήξερα το μέταλλο από το οποίο ήμουν φτιαγμένη. Αλλά είναι φορές που το νιώθω. Το κορμί μου δυσκολεύεται να αντέξει το βάρος της ψυχής μου.
Είναι πολλοί οι τρόποι να αντικρίζεις τα πράγματα. Αλλά μόνο ένας που να δικαιώνει κάθε ανάσα σου. Μ'αυτόν τον έναν θυμάμαι τα πλοία να κατεβαίνουν το ποτάμι. Κι η εικόνα δεν είναι μια παράσταση οπτική, παρά ανάμνηση ενός βιωμένου χρόνου
Υπάρχουν άνθρωποι που σου τάζουν τ'άστρα
Κι άλλοι που στα μάτια τους καθρεφτίζουν όλο το σύμπαν
και που σου το προσφέρουν εκεί ολάκερο στα πόδια σου.
Δεν υπάρχει ευχαριστώ σ'αυτό το δώρο
Μ' αρέσουν οι ιστορίες για τ' άστρα. Για παλινώρια και αστρολάβους. Για μύθους σύγχρονους, αρχαίους, ξεχασμένους...
Μόνο που νόμιζα πως οι μύθοι είναι μόνο στα βιβλία.
Κι ο ήλιος έδυε πίσω από το κάστρο, τα δέντρα, το ποτάμι.
Το δικό μας ποτάμι
Δεν ήξερα ότι η αδυναμία μου - η λαχτάρα μου- ακούστηκε τόσο ηχηρά
Νόμιζα πως την έκρυβα καλά. Ήξερα πόσο σκληρή μπορούσα να είμαι. Και πόσο ευάλωτη ταυτόχρονα. Ήξερα το μέταλλο από το οποίο ήμουν φτιαγμένη. Αλλά είναι φορές που το νιώθω. Το κορμί μου δυσκολεύεται να αντέξει το βάρος της ψυχής μου.
Είναι πολλοί οι τρόποι να αντικρίζεις τα πράγματα. Αλλά μόνο ένας που να δικαιώνει κάθε ανάσα σου. Μ'αυτόν τον έναν θυμάμαι τα πλοία να κατεβαίνουν το ποτάμι. Κι η εικόνα δεν είναι μια παράσταση οπτική, παρά ανάμνηση ενός βιωμένου χρόνου
Υπάρχουν άνθρωποι που σου τάζουν τ'άστρα
Κι άλλοι που στα μάτια τους καθρεφτίζουν όλο το σύμπαν
και που σου το προσφέρουν εκεί ολάκερο στα πόδια σου.
Δεν υπάρχει ευχαριστώ σ'αυτό το δώρο
Μ' αρέσουν οι ιστορίες για τ' άστρα. Για παλινώρια και αστρολάβους. Για μύθους σύγχρονους, αρχαίους, ξεχασμένους...
Μόνο που νόμιζα πως οι μύθοι είναι μόνο στα βιβλία.
Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009
Παρασκευή 27 Μαρτίου 2009
βεβαιότητες
Είναι νύχτες που ξυπνώ από ραγισμένους ήχους.
Μέρες που ξεκινάνε με βιαστικά delete στη μνήμη.
Κι ένα τρέξιμο προς την κατεύθυνση μιας κλεψύδρας που συνεχώς αδειάζει.
.... καταρρέουσες βεβαιότητες....
Μέρες που ξεκινάνε με βιαστικά delete στη μνήμη.
Κι ένα τρέξιμο προς την κατεύθυνση μιας κλεψύδρας που συνεχώς αδειάζει.
.... καταρρέουσες βεβαιότητες....
Για τι να μιλήσεις, όταν κάποιος δε θέλει να δει ;
Είναι ένα πράγμα τα βιβλία κι ένα άλλο η ζωή.
Δεν πειράζει. Από νωρίς διαχώρισα τον κόσμο μου.
Και κει χωράει μόνο μία βεβαιότητα. Αυτή της στιγμιαίας μου ανάσας.
Και μιας ανείπωτης λαχτάρας
Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009
μέρες η
Έβρεχε κι έκανε κρύο όταν πήγαμε να σταθούμε στην άκρη της αποβάθρας περιμένοντας.
Δεν προσέξαμε τις συστάσεις για τη σωστή θέση της αναμονής μας και έπρεπε να τρέξουμε όταν λίγο αργότερα μας προσπέρασε και το τελευταίο βαγόνι του τρένου.
Έτσι απλά μια εικόνα οδήγησε τη μνήμη προς τα πίσω.
Λίγο μετά περνούσαμε δίπλα από την Ο2. Μέχρι εκεί θυμάμαι.
Δυο αδέρφια κάθονταν απέναντι με τον ηλικιωμένο πατέρα τους. Κανένας δε μιλούσε. Ο ένας βουτηγμένος στην ανάγνωση του καταλόγου, η άλλη στο εξώφυλλο του cd που μόλις αγόρασε και ο τρίτος στην εφημερίδα του. Τρεις άνθρωποι που για άγνωστο λόγο προσπαθούσαν να αμβλύνουν τη μοναξιά με την εγγύτητα των σωμάτων στον ίδιο χώρο.
Υποχρέωση ; Συνήθεια ;
Κάποιες φορές νιώθω την ύπαρξη καθρεφτών αναγκαία.
Ένα πεζουλάκι λίγα εκατοστά από το έδαφος και όμορφα βαμμένα κάγκελα ψάχνουν για ένα φιλί. Δεν είναι εκεί. Όμως ο δρόμος απέκτησε ζωή. Υπάρχει.
If it be your Will.....όλες οι μουσικές δικές σου
Σάββατο 14 Μαρτίου 2009
ξετύλιγμα
Η μικρή G παίρνει τον Κάσπαρ και τον ακουμπά δίπλα στο μαξιλάρι
Είναι καιρός που τα ρούχα του έχουν βρωμίσει και κάπου στη κοιλιά έχουν αρχίσει να ξηλώνονται οι ραφές
Τον σκεπάζει τρυφερά να μην κρυώσει.
Ο ήλιος απρόσκλητα μπερδεύει τα γράμματα
ενώ γεμίζει φωνήεντα τους ανυπότακτους λαρυγγισμούς
που ηχούν παράταιρα τούτη την ώρα
Μικρές μέλισσες ζουζουνίζουν αδιάκοπα γύρω από ένα ποτήρι
τα άλογα χλιμιντρίζουν ολοένα
το καλοκαίρι είναι μακρύ γεμάτο νυχτοπεταλούδες
Ο πόνος γίνεται ενοχλητικός
και οι μουδιασμένες σκέψεις μπλέκονται σε μία αλληλουχία λαβυρίνθων
προσπαθώντας να παίξουνε κρυφτό στο παρελθόν
Το ξέφτισμα προχωρά από μέσα προς τα έξω
κι εκείνοι οι σιωπηλοί λαβύρινθοι εμποδίζουν την πρόχειρη επικάλυψή του
Κάποτε η φθορά δεν κρύβεται κάτω από επιμελώς φανταχτερά μπογιατίσματα
Τρίτη 10 Μαρτίου 2009
γιοφύρι
"Η γραφή είναι σαν ένα γιοφύρι που στήνει κανείς προς τους άλλους", διαβάζω κάπου.
Ένα γιοφύρι.
Ένα γιοφύρι που μας ενώνει με το παρελθόν, κάνει τον χρόνο να έχει συνέχεια και μας μαθαίνει την ιστορία μας.
Ένα γιοφύρι που μας φέρνει κοντά σε άλλους λαούς και διαβάζουμε τις ζωές τους, τις σκέψεις τους όσο μακριά κι αν βρίσκονται.
Ένα γιοφύρι που ενώνει τις μικρές, δικές μας καθημερινές φωνές.
Ένα γιοφύρι που κάποιες φορές κρύβει κόσμους μαγικούς στο απέναντι.
Πιο εύστοχη παρομοίωση δε θα μπορούσα να σκεφτώ.
Κυριακή 8 Μαρτίου 2009
λίγα δευτερόλεπτα
ήταν λίγα δευτερόλεπτα. δύο.... ίσως τρία. και ξαφνικά όλη η κούραση βγήκε θέλοντας να παραδοθεί σε ένα γλυκό νανούρισμα. σχεδόν το πίστεψα πως θα μπορούσε να συμβεί.
να γείρω, να κλείσω τα μάτια και να βυθιστω
συνήλθα πολύ γρήγορα με όλες τις αισθήσεις τεταμένες
θυμάμαι καλά το πότε θυμάμαι καλά το πού
δε θέλω να ξεχάσω
ήταν από τις στιγμές που ο χρόνος μετριέται αλλιώς...τεντώνεται...αποκτά τις δικές του διαστάσεις στη μνήμη.
σήμερα
κάποιος μου θυμίζει τους Προσανατολισμούς του Ε.
ο ένας συνειρμός φέρνει τον άλλον -είναι, λέει, και η ημέρα της γυναίκας- και πιάνω το Άξιον Εστί
σχεδόν τυφλά οδηγούμαι εκεί:
"Και θα'χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας. Και θα'ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια. Τότε, μην έχοντας άλλη εξορία, που να θρηνήσει ο Ποιητής, την υγεία της καταιγίδας από τ'ανοιχτά στήθη του αδειάζοντας, θα γυρίσει για να σταθεί στα ωραία μέσα ερείπια. Και τον πρώτο λόγο του ο στερνός των ανθρώπων θα πει, ν'αψηλώσουν τα χόρτα, η γυναίκα στο πλάι του σαν αχτίδα του ήλιου να βγει. Και πάλι θα λατρέψει τη γυναίκα και θα την πλαγιάσει πάνου στα χόρτα καθώς που ετάχθη. Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!"
να γείρω, να κλείσω τα μάτια και να βυθιστω
συνήλθα πολύ γρήγορα με όλες τις αισθήσεις τεταμένες
θυμάμαι καλά το πότε θυμάμαι καλά το πού
δε θέλω να ξεχάσω
ήταν από τις στιγμές που ο χρόνος μετριέται αλλιώς...τεντώνεται...αποκτά τις δικές του διαστάσεις στη μνήμη.
σήμερα
κάποιος μου θυμίζει τους Προσανατολισμούς του Ε.
ο ένας συνειρμός φέρνει τον άλλον -είναι, λέει, και η ημέρα της γυναίκας- και πιάνω το Άξιον Εστί
σχεδόν τυφλά οδηγούμαι εκεί:
"Και θα'χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας. Και θα'ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια. Τότε, μην έχοντας άλλη εξορία, που να θρηνήσει ο Ποιητής, την υγεία της καταιγίδας από τ'ανοιχτά στήθη του αδειάζοντας, θα γυρίσει για να σταθεί στα ωραία μέσα ερείπια. Και τον πρώτο λόγο του ο στερνός των ανθρώπων θα πει, ν'αψηλώσουν τα χόρτα, η γυναίκα στο πλάι του σαν αχτίδα του ήλιου να βγει. Και πάλι θα λατρέψει τη γυναίκα και θα την πλαγιάσει πάνου στα χόρτα καθώς που ετάχθη. Και θα λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!"
Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009
ένα κλικ που δεν έγινε
τεντώνω προς τα πίσω το κορμί μου όμοια τόξο ασφαλές στα χέρια σου
χαρούμενα γέλια
ο ήλιος παίζει στα μάτια, στα νερά, ενώ γεμίζει με λαμπερά χρώματα τις αναμνήσεις
μικρά καραβάκια κάνουν την εμφάνισή τους δεμένα το ένα πίσω απ΄τ'άλλο
...άνοιξη
χαρούμενα γέλια
ο ήλιος παίζει στα μάτια, στα νερά, ενώ γεμίζει με λαμπερά χρώματα τις αναμνήσεις
μικρά καραβάκια κάνουν την εμφάνισή τους δεμένα το ένα πίσω απ΄τ'άλλο
...άνοιξη
Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009
αν μπορούσες....
Το ερώτημα ξυπνούσε με κάθε αυγή. Και η απάντηση παρέμενε βασανιστικά ίδια
"όλη μου τη ζωή"
Κάθε μέρα. Κάθε αυγή.
"όλη μου τη ζωή"
Εμοιαζε με εφιάλτη που δεν γεννιόταν τη νύχτα παρά περίμενε εκείνο το πρώτο βλεφάρισμα.
- Αν με χάσεις, θα χαθείς;
Όχι, ε;
Ούτε κι εγώ. Μπορώ να με χάσω ελεύθερα.
Δεν μπορούσε να αφουγκραστεί.Αυτήν την ευαισθησία των ανύποπτων ήχων, τα μικρά σκιρτήματα των μικρών διαφορών, τους μικρούς αβέβαιους αναστεναγμούς...
Παράξενη αρμονία σ'αυτην τη συνύπαρξη της ανυπαρξίας.Χωρίς προορισμό. Μόνο η ψευδαίσθηση να οργανώνει τα βήματα σ'έναν αέναα δαρμένο κυματοθραύστη.
Εκεί....λίγο πέρα από τη στροφή
Εκεί....λίγο πιο κοντά στο άπειρο
Με μόνο όπλο την αφή, άγγιζε. Γέμιζε αμυχές.
Τυφλά τα μάτια....
Χέρι αγαπημένο; Θ'αρπάξεις το δικό μου....;
"όλη μου τη ζωή"
Κάθε μέρα. Κάθε αυγή.
"όλη μου τη ζωή"
Εμοιαζε με εφιάλτη που δεν γεννιόταν τη νύχτα παρά περίμενε εκείνο το πρώτο βλεφάρισμα.
- Αν με χάσεις, θα χαθείς;
Όχι, ε;
Ούτε κι εγώ. Μπορώ να με χάσω ελεύθερα.
Δεν μπορούσε να αφουγκραστεί.Αυτήν την ευαισθησία των ανύποπτων ήχων, τα μικρά σκιρτήματα των μικρών διαφορών, τους μικρούς αβέβαιους αναστεναγμούς...
Παράξενη αρμονία σ'αυτην τη συνύπαρξη της ανυπαρξίας.Χωρίς προορισμό. Μόνο η ψευδαίσθηση να οργανώνει τα βήματα σ'έναν αέναα δαρμένο κυματοθραύστη.
Εκεί....λίγο πέρα από τη στροφή
Εκεί....λίγο πιο κοντά στο άπειρο
Με μόνο όπλο την αφή, άγγιζε. Γέμιζε αμυχές.
Τυφλά τα μάτια....
Χέρι αγαπημένο; Θ'αρπάξεις το δικό μου....;
Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009
and the oscar goes....
Πολύ το χάρηκα που το Slumdog Millionaire σάρωσε τα Oscar, γιατί το The curious case of Benjamin Button ήθελε πολυυυυ υπομονή για να το δει κανείς μέχρι τέλους.
Αναμένουμε την εδώ προβολή της. Και κάτι μου λέει οτι δε θα απογοητευτούμε
Αναμένουμε την εδώ προβολή της. Και κάτι μου λέει οτι δε θα απογοητευτούμε
Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2009
Μπίλλυ Χόλινταιη
Από το "Σας θυμάμαι πάντα", της Φρανσουάζ Σαγκάν :
"Η Νέα Υόρκη είναι μια ψηλή, ξανθιά, νεαρή γυναίκα, λαμπερή και προκλητική στον ήλιο, ωραία όπως εκείνο το "πέτρινο" όνειρο που αναφέρει ο Μπωντλαίρ. Η Νέα Υόρκη που, όπως μερικές κατάξανθες , ψηλές γυναίκες, κρύβει ζώνες σκοτεινές και μαύρες, δασιές και κατατρυγημένες. Κοντολογίς, αν μου επιτρέπει ο αναγνώστης την κοινοτοπία - άλλωστε τι άλλο μου απομένει;- η Νέα Υόρκη είναι πόλη σαγηνευτική.
..................
Μόλις αποβιβαστήκαμε στο Πιέρ, το μοναδικό ξενοδοχείο που γνώριζα μια και με είχε εγκαταστήσει εκεί ο ζάπλουτος εκδότης μου στο πρώτο μου ταξίδι, ζητήσαμε, αξιώσαμε, απαιτήσαμε την Μπίλλυ Χόλινταιη.
.................
Ξαφνικά, είδαμε να ξεπροβάλλει μια γυναίκα μαύρη και γερή, ψηλή, με μάτια σχιστά που τα 'κλεισε για μια στιγμή πριν αρχίσει το τραγούδι της, κάνοντάς μας να βυθιστούμε αμέσως στους γαλαξίες της, τους χαρούμενους, τους απελπισμένους, τους αισθησιακούς ή τους κυνικούς, κατά το κέφι της.
...................
Αγνοούσα τότε ότι η ίδια της η ύπαρξη μπορούσε να γεμίσει όλους τους δαιδάλους του πιο κλειστού και του πιο διεστραμμένου μυαλού. Αγνοούσα ότι ήταν ένα κορμί που παλλόταν από ζωή, σχεδόν αιμάτινο, που βυθιζόταν στη ζωή μέσα από πλήγματα ή χάδια, τα οποία -φαινόταν- πως και μόνο με την ανάσα της προκαλούσε. Ήταν μια γυναίκα μοιραία,, με την έννοια πως η μοίρα την είχε ευθύς εξαρχής αδράξει και ποτέ εγκαταλήψει, αφήνοντας της, για μοναδική άμυνα, ύστερα από χίλια τραύματα και χίλιες ηδονές εξίσου έντονες, αυτό τον χιουμοριστικό τόνο στη φωνή: αυτή την αλλόκοτη βραχνή φωνή που ξεκινούσε από πολύ μακριά, ή από πολύ χαμηλά, και ξαναγυρνούσε απότομα σε μας απ'το λαρυγγικό γελάκι της και τα περήφανα, φοβισμένα της μάτια.
.....................
Περάσαμε δεκαπέντε μέρες - ή ακριβέστερα δεκαπέντε χαράματα- από τις 4 το πρωί μέχρι τις 11 ή τις 12 το μεσημέρι, σ'εκείνη τη διαρκώς πνιγμένη στον καπνό μπουάτ, ακούγοντας το τραγούδι της Μπίλλυ Χόλινταιη.
.....................
Εκτός από λίγες ώρες που παραχωρούσαμε άθελά μας στον ύπνο, έμοιαζε να περιπλανιόμαστε σαν βρυκόλακες μέσα σε μια πόλη κωφάλαλη, που το μοναδικό της ζωντανό σημείο, το μοναδικό της καταφύγιο ήταν αυτή η σκηνή, το πελιδνό φως των "σποτ", το ξεκούρδιστο πιάνο.....κι αυτή η γυναίκα που κάποτε έλεγε ότι ήταν υπερβολικά πιωμένη για να τραγουδήσει και τότε μπέρδευε τα λόγια των στίχων χαριτολογώντας και βρίσκοντας υποκατάστατα γελοία και σπαραχτικά, που απ' αυτά τίποτε δεν έμεινε στη μνήμη πολυ. Κάτι για το οποίο εντελώς παράδοξα δεν μετανιώνω: η Νέα Υόρκη είχε γίνει μια πόλη τόσο μαύρη και σκοτεινή - αν εξαιρέσει κανείς τις εκρήξεις της φωνής της - ώστε λικνίζαμε τον κάματο και την εγκατάλειψή μας, το μεθύσι μας, μέσα σε μια νύχτα χλιαρή και ρυθμική όπως η θάλασσα. Μια θάλασσα όπου καμιά συγκεκριμένη θύμηση δεν θα μπορούσε να επιπλεύσει, δίχως να μοιάζει με συντρίμμι ή κοινοτυπία.
........................
Την ξανασυνάντησα ύστερα από κανα-δυο χρόνια στο Παρίσι, μια νύχτα το ίδιο μαύρη.
Ήταν και δεν ήταν η Μπίλλυ Χολινταίη : είχε αδυνατίσει, γεράσει, και στα μπράτσα της ζύγωναν όλο και πιότερο η μια την άλλη τα σημάδια των ενέσεων. Είχε χάσει εκείνη τη φυσική σιγουριά, εκείνη την ισορροπία στη στάση της που την έκανε μαρμάρινη ανάμεσα στις θύελλες και στους ιλίγγους της ζωής της.
Και μόνο εκείνη τη στιγμή αναλογίστηκα τα εκατομμύρια έτη φωτός που μας χώριζαν, ή μάλλον τα εκατομμύρια χρόνια σκοτάδι που με χώριζαν απ'αυτή, χρόνια που είχε θελήσει τόσο θαυμάσια, τόσο φιλικά να σβήσει εκείνες τις μακρινές τώρα πια δεκαπέντε μέρες. Όλα όσα είχαν παραμεριστεί στην πρώτη μας συνάντηση: το πρόβλημα της φυλής της, του θάρρους, του λυσσαλέου αγώνα της ενάντια στην κακομοιριά, στις προλήψεις, στην ανωνυμία, στους λευκούς και στους μη λευκούς, ενάντια στο αλκοόλ, στους άτιμους εχθρούς, ενάντια στο Χάρλεμ και στη Νέα Υόρκη, ενάντια στη μάνητα που μπορεί να προκαλέσει το χρώμα του δέρματος και σ'εκείνη, σχεδόν το ίδιο έντονη, που μπορεί να προκαλέσει το ταλέντο κι η επιτυχία. Ποτέ δεν μας είχε αφήσει να τα σκεφτούμε όλα αυτά, ούτε τον Μισέλ, ούτε εμένα, αν κι ίσως θα 'πρεπε να τα'χαμε σκεφτεί μόνοι μας. Εμείς , οι ευαίσθητοι Ευρωπαίοι, υπήρξαμε οι ανέμελοι βάρβαροι της ιστορίας. Κι η ιδέα αυτή μου έφερε δάκρυα στα μάτια, που δεν στέγνωσαν όλο το βράδυ.
..........................
Ύστερα από κάποια κουπλέ, ήρθε και κάθισε για λίγο μαζί μας, βιαστικά, πολύ βιαστικά, γιατί φαίνεται πως έφευγε την επομένη για το Λονδίνο ή κάποιο άλλο μέρος της Ευρώπης. "Έτσι κι αλλιώς, darling", μου είπε " you know, I am going to die very soon in New York, between two cops". Της ορκίστηκα πως όχι βέβαια. Δεν μπορούσα μήτε κι ήθελα να την πιστέψω. Όλη η νανουρισμένη με τη φωνή της, γοητευμένη απ'τη φωνή της εφηβεία μου, αρνιόταν να την πιστέψει.
Έτσι ένιωσα κατάπληκτη σαν πρώτη αντίδραση, βλέποντας ύστερα από λίγους μήνες στην εφημερίδα πως η Μπίλλυ Χόλινταιη είχε πεθάνει την προηγούμενη νύχτα, μόνη, σ'ένα νοσοκομείο, ανάμεσα σε δύο μπάτσους"
"Η Νέα Υόρκη είναι μια ψηλή, ξανθιά, νεαρή γυναίκα, λαμπερή και προκλητική στον ήλιο, ωραία όπως εκείνο το "πέτρινο" όνειρο που αναφέρει ο Μπωντλαίρ. Η Νέα Υόρκη που, όπως μερικές κατάξανθες , ψηλές γυναίκες, κρύβει ζώνες σκοτεινές και μαύρες, δασιές και κατατρυγημένες. Κοντολογίς, αν μου επιτρέπει ο αναγνώστης την κοινοτοπία - άλλωστε τι άλλο μου απομένει;- η Νέα Υόρκη είναι πόλη σαγηνευτική.
..................
Μόλις αποβιβαστήκαμε στο Πιέρ, το μοναδικό ξενοδοχείο που γνώριζα μια και με είχε εγκαταστήσει εκεί ο ζάπλουτος εκδότης μου στο πρώτο μου ταξίδι, ζητήσαμε, αξιώσαμε, απαιτήσαμε την Μπίλλυ Χόλινταιη.
.................
Ξαφνικά, είδαμε να ξεπροβάλλει μια γυναίκα μαύρη και γερή, ψηλή, με μάτια σχιστά που τα 'κλεισε για μια στιγμή πριν αρχίσει το τραγούδι της, κάνοντάς μας να βυθιστούμε αμέσως στους γαλαξίες της, τους χαρούμενους, τους απελπισμένους, τους αισθησιακούς ή τους κυνικούς, κατά το κέφι της.
...................
Αγνοούσα τότε ότι η ίδια της η ύπαρξη μπορούσε να γεμίσει όλους τους δαιδάλους του πιο κλειστού και του πιο διεστραμμένου μυαλού. Αγνοούσα ότι ήταν ένα κορμί που παλλόταν από ζωή, σχεδόν αιμάτινο, που βυθιζόταν στη ζωή μέσα από πλήγματα ή χάδια, τα οποία -φαινόταν- πως και μόνο με την ανάσα της προκαλούσε. Ήταν μια γυναίκα μοιραία,, με την έννοια πως η μοίρα την είχε ευθύς εξαρχής αδράξει και ποτέ εγκαταλήψει, αφήνοντας της, για μοναδική άμυνα, ύστερα από χίλια τραύματα και χίλιες ηδονές εξίσου έντονες, αυτό τον χιουμοριστικό τόνο στη φωνή: αυτή την αλλόκοτη βραχνή φωνή που ξεκινούσε από πολύ μακριά, ή από πολύ χαμηλά, και ξαναγυρνούσε απότομα σε μας απ'το λαρυγγικό γελάκι της και τα περήφανα, φοβισμένα της μάτια.
.....................
Περάσαμε δεκαπέντε μέρες - ή ακριβέστερα δεκαπέντε χαράματα- από τις 4 το πρωί μέχρι τις 11 ή τις 12 το μεσημέρι, σ'εκείνη τη διαρκώς πνιγμένη στον καπνό μπουάτ, ακούγοντας το τραγούδι της Μπίλλυ Χόλινταιη.
.....................
Εκτός από λίγες ώρες που παραχωρούσαμε άθελά μας στον ύπνο, έμοιαζε να περιπλανιόμαστε σαν βρυκόλακες μέσα σε μια πόλη κωφάλαλη, που το μοναδικό της ζωντανό σημείο, το μοναδικό της καταφύγιο ήταν αυτή η σκηνή, το πελιδνό φως των "σποτ", το ξεκούρδιστο πιάνο.....κι αυτή η γυναίκα που κάποτε έλεγε ότι ήταν υπερβολικά πιωμένη για να τραγουδήσει και τότε μπέρδευε τα λόγια των στίχων χαριτολογώντας και βρίσκοντας υποκατάστατα γελοία και σπαραχτικά, που απ' αυτά τίποτε δεν έμεινε στη μνήμη πολυ. Κάτι για το οποίο εντελώς παράδοξα δεν μετανιώνω: η Νέα Υόρκη είχε γίνει μια πόλη τόσο μαύρη και σκοτεινή - αν εξαιρέσει κανείς τις εκρήξεις της φωνής της - ώστε λικνίζαμε τον κάματο και την εγκατάλειψή μας, το μεθύσι μας, μέσα σε μια νύχτα χλιαρή και ρυθμική όπως η θάλασσα. Μια θάλασσα όπου καμιά συγκεκριμένη θύμηση δεν θα μπορούσε να επιπλεύσει, δίχως να μοιάζει με συντρίμμι ή κοινοτυπία.
........................
Την ξανασυνάντησα ύστερα από κανα-δυο χρόνια στο Παρίσι, μια νύχτα το ίδιο μαύρη.
Ήταν και δεν ήταν η Μπίλλυ Χολινταίη : είχε αδυνατίσει, γεράσει, και στα μπράτσα της ζύγωναν όλο και πιότερο η μια την άλλη τα σημάδια των ενέσεων. Είχε χάσει εκείνη τη φυσική σιγουριά, εκείνη την ισορροπία στη στάση της που την έκανε μαρμάρινη ανάμεσα στις θύελλες και στους ιλίγγους της ζωής της.
Και μόνο εκείνη τη στιγμή αναλογίστηκα τα εκατομμύρια έτη φωτός που μας χώριζαν, ή μάλλον τα εκατομμύρια χρόνια σκοτάδι που με χώριζαν απ'αυτή, χρόνια που είχε θελήσει τόσο θαυμάσια, τόσο φιλικά να σβήσει εκείνες τις μακρινές τώρα πια δεκαπέντε μέρες. Όλα όσα είχαν παραμεριστεί στην πρώτη μας συνάντηση: το πρόβλημα της φυλής της, του θάρρους, του λυσσαλέου αγώνα της ενάντια στην κακομοιριά, στις προλήψεις, στην ανωνυμία, στους λευκούς και στους μη λευκούς, ενάντια στο αλκοόλ, στους άτιμους εχθρούς, ενάντια στο Χάρλεμ και στη Νέα Υόρκη, ενάντια στη μάνητα που μπορεί να προκαλέσει το χρώμα του δέρματος και σ'εκείνη, σχεδόν το ίδιο έντονη, που μπορεί να προκαλέσει το ταλέντο κι η επιτυχία. Ποτέ δεν μας είχε αφήσει να τα σκεφτούμε όλα αυτά, ούτε τον Μισέλ, ούτε εμένα, αν κι ίσως θα 'πρεπε να τα'χαμε σκεφτεί μόνοι μας. Εμείς , οι ευαίσθητοι Ευρωπαίοι, υπήρξαμε οι ανέμελοι βάρβαροι της ιστορίας. Κι η ιδέα αυτή μου έφερε δάκρυα στα μάτια, που δεν στέγνωσαν όλο το βράδυ.
..........................
Ύστερα από κάποια κουπλέ, ήρθε και κάθισε για λίγο μαζί μας, βιαστικά, πολύ βιαστικά, γιατί φαίνεται πως έφευγε την επομένη για το Λονδίνο ή κάποιο άλλο μέρος της Ευρώπης. "Έτσι κι αλλιώς, darling", μου είπε " you know, I am going to die very soon in New York, between two cops". Της ορκίστηκα πως όχι βέβαια. Δεν μπορούσα μήτε κι ήθελα να την πιστέψω. Όλη η νανουρισμένη με τη φωνή της, γοητευμένη απ'τη φωνή της εφηβεία μου, αρνιόταν να την πιστέψει.
Έτσι ένιωσα κατάπληκτη σαν πρώτη αντίδραση, βλέποντας ύστερα από λίγους μήνες στην εφημερίδα πως η Μπίλλυ Χόλινταιη είχε πεθάνει την προηγούμενη νύχτα, μόνη, σ'ένα νοσοκομείο, ανάμεσα σε δύο μπάτσους"
Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009
η θάλασσα
"Ναι, την αγαπούσα τη θάλασσα! Την έβλεπα να απλώνεται απ΄τ'ακρωτήρι ως πέρα, πέρα μακριά, να χάνεται στα ουρανοθέμελα σαν ζαφειρένια πλάκα στρωτή, βουβή, και πάσχιζα να μάθω το μυστικό της. Την έβλεπα, οργισμένη άλλοτε, να δέρνει με αφρούς τ'ακρογιάλι,να καβαλικεύει τα χάλαρα, να σκαλώνει στις σπηλιές, να βροντά και να ηχάει, λες και ζητούσε να φτάσει στην καρδιά της γης για να σβήσει τις φωτιές της. Κι έτρεχα μεθυσμένος να παίξω μαζί της, να τη θυμώσω, να την αναγκάσω να με κυνηγήσει, να νιώσω τον αφρό της απάνω μου, όπως πειράζουμε αλυσοδεμένα αγρίμια. Και όταν έβλεπα καράβι να σηκώνει την άγκυρα, να βγαίνει από το λιμάνι και ν'αρμενίζει στ' ανοιχτά, όταν άκουα τις φωνές των ναυτών που γύριζαν τον αργάτη και τα καταβοδώματα των γυναικών, η ψυχή μου πετούσε θλιβερό πουλάκι απάνω του.Τα σταχτόμαυρα πανιά τα ολοφούσκωτα, τα σκοινια τα κοντυλογραμμένα, τα πόμολα που άφηναν φωτεινή γραμμή ψηλά, μ'έκραζαν να πάω μαζί τους, μου έταζαν άλλους τόπους, ανθρώπους άλλους, πλούτη, χαρές, φιλιά. Και νυχτοήμερα η ψυχή μου κατάντησε άλλον πόθο να μην έχει παρά το ταξίδι."
από τα "Λόγια της πλώρης" Α. Καρκαβίτσας
Αυτό το απόσπασμα μου ήρθε στο μυαλό πριν λίγη ώρα που βγήκα έξω κι ο βοριάς δυσκόλευε τα βήματά μου.Σχεδόν το ξέρω απ'εξω. "Την αγαπούσα τη θάλασσα."
Ο κυνηγός μου ήταν πεντακάθαρος εκεί πάνω, αλλά αυτός είναι μια άλλη ιστορία. Του ουρανού και των ονείρων με άστρα. Αγκαλιασμένα όνειρα σε αστροφώτιστους ουρανούς.
Σημερα...τωρα...
Εικόνες από το νησί αναδύθηκαν μπροστά στα μάτια μου μ' αυτόν τον άνεμο, τότε που λυσσομανούσε και με εμπόδιζε να προχωρήσω. Πάνε χρόνια τώρα. Δεν είχα ξανανιώσει τέτοιο πράγμα, να ρίχνω όλο το βάρος του κορμιού μου και να μην μπορω να κάνω βημα. Και η θάλασσα θυμωμένη, γκρίζα ....θεριό ανήμερο. Αλλά," την αγαπούσα τη θάλασσα".
Οσο πιο αγριεμενη εκεινη...τοσο πιο στο στοιχείο μου εγω. Σαν μια αναμετρηση ...Εκεινη βεβαιη νικητρια....
Από μνημη σε μνημη...
Ήταν κι ένα μικρό παραθυράκι σε άλλο νησι.....χειμωνα παλι....που δεν έκλεινε καλά και όλο το βάραγε ο βοριάς και ξύπναγα έντρομη τα βράδια από το φοβερό του κρότο . Μαζί του ανοιγε και η μπαλκονόπορτα του μικρού σαλονιού από το ρεύμα και η κουρτίνα ανέμιζε φουρτουνιασμενη μέσα στην άγρια νύχτα
Στοιχειωμένο έμοιαζε το σπίτι φορές φορές
Μερικές φορές το κακό κράταγε 4-5 μερόνυχτα.
Τι ανακούφιση όταν άκουγα τις σειρήνες των πλοίων κατω στο λιμάνι!
Έληγε το απαγορευτικο!
Θα μερέψουμε.
Μέχρι την επόμενη φορά. Και δεν αργούσε.
Ήμουν τόσο στεριανή όταν πρωταντίκρυσα το μεθυστικό γαλάζιο της χρώμα.... τα μαύρα βράχια του νησιού.Τι έρωτας ήταν αυτός!
Είχα δει κι άλλες θάλασσες αλλά πουθενά η στεριά δεν έδενε τόσο πολύ με αυτό το απίστευτο μπλε. Ναρκωμένα αντίκρισα αυτό το αλλόκοσμο θέαμα. Σαν παιδί.... που αντικρίζει πρώτη φορά τον κόσμο. Ή τον παράδεισο. Ποιος ξέρει ;
Είχα δει ποτάμια, λίμνες, πελώρια βουνά, απέραντα λιβάδια, δάση....θάλασσες άλλες.... αλλά τούτο το θέαμα έκλεβε την ψυχή...και δε σου την επέστρεφε.
Ίσως κάποια πράγματα να κατοικουνε μέσα μας. Πράγματα , μερη, άνθρωποι. Δεν ξέρουμε ότι υπάρχουν. Γι' αυτο και δεν τα αναζητούμε. Όμως όταν τα βρίσκουμε είναι σα να συμπληρώνεται το παζλ της ψυχής μας. Και μόνο τοτε καταλαβαινουμε ποσο μισοι ήμασταν πριν. Ποσο ελλιπεις.
από τα "Λόγια της πλώρης" Α. Καρκαβίτσας
Αυτό το απόσπασμα μου ήρθε στο μυαλό πριν λίγη ώρα που βγήκα έξω κι ο βοριάς δυσκόλευε τα βήματά μου.Σχεδόν το ξέρω απ'εξω. "Την αγαπούσα τη θάλασσα."
Ο κυνηγός μου ήταν πεντακάθαρος εκεί πάνω, αλλά αυτός είναι μια άλλη ιστορία. Του ουρανού και των ονείρων με άστρα. Αγκαλιασμένα όνειρα σε αστροφώτιστους ουρανούς.
Σημερα...τωρα...
Εικόνες από το νησί αναδύθηκαν μπροστά στα μάτια μου μ' αυτόν τον άνεμο, τότε που λυσσομανούσε και με εμπόδιζε να προχωρήσω. Πάνε χρόνια τώρα. Δεν είχα ξανανιώσει τέτοιο πράγμα, να ρίχνω όλο το βάρος του κορμιού μου και να μην μπορω να κάνω βημα. Και η θάλασσα θυμωμένη, γκρίζα ....θεριό ανήμερο. Αλλά," την αγαπούσα τη θάλασσα".
Οσο πιο αγριεμενη εκεινη...τοσο πιο στο στοιχείο μου εγω. Σαν μια αναμετρηση ...Εκεινη βεβαιη νικητρια....
Από μνημη σε μνημη...
Ήταν κι ένα μικρό παραθυράκι σε άλλο νησι.....χειμωνα παλι....που δεν έκλεινε καλά και όλο το βάραγε ο βοριάς και ξύπναγα έντρομη τα βράδια από το φοβερό του κρότο . Μαζί του ανοιγε και η μπαλκονόπορτα του μικρού σαλονιού από το ρεύμα και η κουρτίνα ανέμιζε φουρτουνιασμενη μέσα στην άγρια νύχτα
Στοιχειωμένο έμοιαζε το σπίτι φορές φορές
Μερικές φορές το κακό κράταγε 4-5 μερόνυχτα.
Τι ανακούφιση όταν άκουγα τις σειρήνες των πλοίων κατω στο λιμάνι!
Έληγε το απαγορευτικο!
Θα μερέψουμε.
Μέχρι την επόμενη φορά. Και δεν αργούσε.
Ήμουν τόσο στεριανή όταν πρωταντίκρυσα το μεθυστικό γαλάζιο της χρώμα.... τα μαύρα βράχια του νησιού.Τι έρωτας ήταν αυτός!
Είχα δει κι άλλες θάλασσες αλλά πουθενά η στεριά δεν έδενε τόσο πολύ με αυτό το απίστευτο μπλε. Ναρκωμένα αντίκρισα αυτό το αλλόκοσμο θέαμα. Σαν παιδί.... που αντικρίζει πρώτη φορά τον κόσμο. Ή τον παράδεισο. Ποιος ξέρει ;
Είχα δει ποτάμια, λίμνες, πελώρια βουνά, απέραντα λιβάδια, δάση....θάλασσες άλλες.... αλλά τούτο το θέαμα έκλεβε την ψυχή...και δε σου την επέστρεφε.
Ίσως κάποια πράγματα να κατοικουνε μέσα μας. Πράγματα , μερη, άνθρωποι. Δεν ξέρουμε ότι υπάρχουν. Γι' αυτο και δεν τα αναζητούμε. Όμως όταν τα βρίσκουμε είναι σα να συμπληρώνεται το παζλ της ψυχής μας. Και μόνο τοτε καταλαβαινουμε ποσο μισοι ήμασταν πριν. Ποσο ελλιπεις.
Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2009
hey,el
έφτασε η ώρα να τις κλείσω ;
τις μαύρες σελίδες;
δεν ξέρω.
σήμερα ένα τσακ με σταματησε.
κι άλλη μια φορά το έκανα και μετά έψαχνα να τις βρω
να βρω τα κομμάτια του εαυτού μου που έκρυψα εδώ μέσα
έχω παρακολουθήσει ότι οι περισσότεροι όταν φτάνουν σε αυτό το σημείο
είτε φύγουν είτε μείνουν, αλλάζουν το template
η διαδικασία μου θυμιζει λίγο τις γυναίκες που όταν θέλουν να αλλάξουν κάτι στη ζωή τους, βάφουν τα μαλλιά τους, αλλάζουν κούρεμα, παίρνουν καινούρια ρούχα
και όσο πιο μεγάλες οι αλλαγές που θέλουν να κάνουν τόσο πιο ριζική η αλλαγή της εξωτερικής τους εμφάνισης
αυτό που θέλουν να αλλάξουν είναι πολύ πιο βαθύ και εσωτερικό
αλλά ακριβώς αυτό είναι που δεν αλλάζει
(πρόπερσι είχα βάψει τα μαλλιά μου κόκκινα, όλοι με περνούσαν για ιρλανδέζα..ωραια φάση...ένιωθα ωραία....μετα πέθανε ο πατέρας μου και είχα κατακοκκινα μαλλιά και κατακόκκινα νυχια και στην κηδεία μια μακρινη ξαδέρφη μου εκανε την παρατηρηση πως δεν ηταν σωστο να έχω βαμμένα νυχια...έμεινα να κοιτω για λίγο τα πόδια μου....δεν καταλαβα ποιον ενοχλούσαν και γιατί....ουτε καταλάβαινα τι σχέση είχαν...το δικό μου πένθος είχε βιωθεί πολύ πιο πριν....και δεν είχε χρώματα....)
χάνοντας το πρώτο μου μπλογκ, αυτό που με λύπησε εκ των υστέρων δεν ήταν τα δικά μου κείμενα που έχασα, αλλά τα δικά σας σχόλια
και αυτό ήταν που με κράτησε σήμερα
αγαπημένε μου Β σ' ευχαριστώ που άφησες το σχόλιό σου και σ' αυτό το τετράδιό μου, όταν ξέρω ότι δεν το συνηθίζεις.
σήμερα ο φυσιοθεραπευτής μου κοιτούσε την ώρα που περίμενε τα βιβλία μου και αναγνωρισε ένα που του φάνηκε γνωστο.ήταν αυτό που επαναλειμμένα μου είπες να διαβάσω. του χαμογέλασα λέγοντας: "αυτό το βιβλίο μου άλλαξε τη ζωή. " με κοιταξε περίεργα...είναι πολύ νεος για να καταλάβει ότι μπορεί να συμβεί αυτό....ότι μπορεί να θέλεις να συμβεί
είναι μέρες που είμαι θλιμμένη, όπως όλοι μας, μέρες αδιέξοδες, τότε πιάνω μια γωνιά σαν μικρή γκρίζα, όσο και να μεγαλώσω μικρή γκρίζα θα μείνω , και δε θελω να μεγαλώσω πολύ όταν δεν αγαπιέμαι και τότε λέω "Hey El...ψηλά το κεφάλι, η ζωή σου είναι ο δικός σου μονόδρομος"
τις μαύρες σελίδες;
δεν ξέρω.
σήμερα ένα τσακ με σταματησε.
κι άλλη μια φορά το έκανα και μετά έψαχνα να τις βρω
να βρω τα κομμάτια του εαυτού μου που έκρυψα εδώ μέσα
έχω παρακολουθήσει ότι οι περισσότεροι όταν φτάνουν σε αυτό το σημείο
είτε φύγουν είτε μείνουν, αλλάζουν το template
η διαδικασία μου θυμιζει λίγο τις γυναίκες που όταν θέλουν να αλλάξουν κάτι στη ζωή τους, βάφουν τα μαλλιά τους, αλλάζουν κούρεμα, παίρνουν καινούρια ρούχα
και όσο πιο μεγάλες οι αλλαγές που θέλουν να κάνουν τόσο πιο ριζική η αλλαγή της εξωτερικής τους εμφάνισης
αυτό που θέλουν να αλλάξουν είναι πολύ πιο βαθύ και εσωτερικό
αλλά ακριβώς αυτό είναι που δεν αλλάζει
(πρόπερσι είχα βάψει τα μαλλιά μου κόκκινα, όλοι με περνούσαν για ιρλανδέζα..ωραια φάση...ένιωθα ωραία....μετα πέθανε ο πατέρας μου και είχα κατακοκκινα μαλλιά και κατακόκκινα νυχια και στην κηδεία μια μακρινη ξαδέρφη μου εκανε την παρατηρηση πως δεν ηταν σωστο να έχω βαμμένα νυχια...έμεινα να κοιτω για λίγο τα πόδια μου....δεν καταλαβα ποιον ενοχλούσαν και γιατί....ουτε καταλάβαινα τι σχέση είχαν...το δικό μου πένθος είχε βιωθεί πολύ πιο πριν....και δεν είχε χρώματα....)
χάνοντας το πρώτο μου μπλογκ, αυτό που με λύπησε εκ των υστέρων δεν ήταν τα δικά μου κείμενα που έχασα, αλλά τα δικά σας σχόλια
και αυτό ήταν που με κράτησε σήμερα
αγαπημένε μου Β σ' ευχαριστώ που άφησες το σχόλιό σου και σ' αυτό το τετράδιό μου, όταν ξέρω ότι δεν το συνηθίζεις.
σήμερα ο φυσιοθεραπευτής μου κοιτούσε την ώρα που περίμενε τα βιβλία μου και αναγνωρισε ένα που του φάνηκε γνωστο.ήταν αυτό που επαναλειμμένα μου είπες να διαβάσω. του χαμογέλασα λέγοντας: "αυτό το βιβλίο μου άλλαξε τη ζωή. " με κοιταξε περίεργα...είναι πολύ νεος για να καταλάβει ότι μπορεί να συμβεί αυτό....ότι μπορεί να θέλεις να συμβεί
είναι μέρες που είμαι θλιμμένη, όπως όλοι μας, μέρες αδιέξοδες, τότε πιάνω μια γωνιά σαν μικρή γκρίζα, όσο και να μεγαλώσω μικρή γκρίζα θα μείνω , και δε θελω να μεγαλώσω πολύ όταν δεν αγαπιέμαι και τότε λέω "Hey El...ψηλά το κεφάλι, η ζωή σου είναι ο δικός σου μονόδρομος"
Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009
suzanne
Suzanne takes you down
to her place near the river
You can hear the boats go by
You can spend the night beside her
And you know that she's half crazy
But that's why you want to be there
And she feeds you tea and oranges
That come all the way from China
And just when you mean to tell her
That you have no love to give her
Then she gets you on her wavelength
And she lets the river answer
That you've always been her lover
And you want to travel with her
And you want to travel blind
And you know that she will trust you
For you've touched her perfect body with your mind.
And Jesus was a sailor
When he walked upon the water
And he spent a long time watching
From his lonely wooden tower
And when he knew for certain
Only drowning men could see him
He said "All men will be sailors then
Until the sea shall free them
"But he himself was broken
Long before the sky would open
Forsaken, almost human
He sank beneath your wisdom like a stone
And you want to travel with him
And you want to travel blind
And you think maybe you'll trust him
For he's touched your perfect body with his mind.
Now Suzanne takes your hand
And she leads you to the river
She is wearing rags and feathers
From Salvation Army counters
And the sun pours down like honey
On our lady of the harbour
And she shows you where to look
Among the garbage and the flowers
There are heroes in the seaweed
There are children in the morning
They are leaning out for love
And they will lean that way forever
While Suzanne holds the mirror
And you want to travel with her
And you want to travel blind
And you know that you can trust her
For she's touched your perfect body with her mind.
τη suzanne τη γνώριζε μέχρι κι εκείνος ο φλύαρος και αδαής ταξιτζής...κι έτσι πια θα τη θυμάμαι ....
έτσι.... και με τη δική σου παρατήρηση...
στο μυαλό μου όμως φέρνω τα ποτάμια της suzanne, τα ποτάμια με τις απαντήσεις,
τα δικά μου ποτάμια μαζί σου...
ξέρεις πως είναι τα πράγματα να μην έχουν ψυχή ; και ξαφνικά να γίνονται ένα με τις ανάσες σου...να μην μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτά; γιατί τα πότισες με τη δική σου ψυχή ;
to her place near the river
You can hear the boats go by
You can spend the night beside her
And you know that she's half crazy
But that's why you want to be there
And she feeds you tea and oranges
That come all the way from China
And just when you mean to tell her
That you have no love to give her
Then she gets you on her wavelength
And she lets the river answer
That you've always been her lover
And you want to travel with her
And you want to travel blind
And you know that she will trust you
For you've touched her perfect body with your mind.
And Jesus was a sailor
When he walked upon the water
And he spent a long time watching
From his lonely wooden tower
And when he knew for certain
Only drowning men could see him
He said "All men will be sailors then
Until the sea shall free them
"But he himself was broken
Long before the sky would open
Forsaken, almost human
He sank beneath your wisdom like a stone
And you want to travel with him
And you want to travel blind
And you think maybe you'll trust him
For he's touched your perfect body with his mind.
Now Suzanne takes your hand
And she leads you to the river
She is wearing rags and feathers
From Salvation Army counters
And the sun pours down like honey
On our lady of the harbour
And she shows you where to look
Among the garbage and the flowers
There are heroes in the seaweed
There are children in the morning
They are leaning out for love
And they will lean that way forever
While Suzanne holds the mirror
And you want to travel with her
And you want to travel blind
And you know that you can trust her
For she's touched your perfect body with her mind.
τη suzanne τη γνώριζε μέχρι κι εκείνος ο φλύαρος και αδαής ταξιτζής...κι έτσι πια θα τη θυμάμαι ....
έτσι.... και με τη δική σου παρατήρηση...
στο μυαλό μου όμως φέρνω τα ποτάμια της suzanne, τα ποτάμια με τις απαντήσεις,
τα δικά μου ποτάμια μαζί σου...
ξέρεις πως είναι τα πράγματα να μην έχουν ψυχή ; και ξαφνικά να γίνονται ένα με τις ανάσες σου...να μην μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτά; γιατί τα πότισες με τη δική σου ψυχή ;
Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2009
Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009
μ'αρέσει
ο τρόπος που το φως διεκδικεί το μερίδιό του στο σκοτάδι, κάθε μέρα και πιο ηχηρά....λίγα δευτερόλεπτα παραπάνω.....και λίγα ακόμη .... μέχρι που να γίνει η μέρα τεράστια
μ'αρέσουν τα μικρά μπουκετάκια από μωβ και βιολετιές ανεμώνες σε μικρό γυάλινο ποτήρι
μ'αρέσει ο νοτιάς στο πρόσωπό μου. βαθιές εισπνοές, κλείνω τα μάτια να τον αισθανθώ σε κάθε κύτταρο του κορμιού μου
μ΄αρέσει η μυρωδιά από άγριες φράουλες και η ξινή γεύση των βατόμουρων
μ'αρέσει η σκοτεινιά την ώρα της καταιγίδας
η βόλτα σε αρχαία λιθόστρωτα κάτω από τον ιερό βράχο
μ'αρέσει το λευκό δωμάτιο και τα λευκά σεντόνια εκεί που ο ήλιος είναι ανελέητος και ο βοριάς καθημερινή συντροφιά
μ'αρέσουν οι κίτρινες τουλίπες την ημέρα των γενεθλίων μου
μ'αρέσει το κροτάλισμα από χαλίκια που παρασέρνει το κύμα, καθώς σκάει με ορμή στην ακτή
μ'αρέσει που μπορώ να προσμένω πάντα ένα καλοκαίρι
μ'αρέσουν τα βιβλία με υφασμάτινο εξώφυλλο και η μυρωδιά του παλιού χαρτιού
μ'αρέσει η περιπλάνηση στα αεροδρόμια του κόσμου
μ'αρέσει ο ύπνος που κάνουν τα μικρά παιδιά.... ήρεμος, βαθύς, ανέφελος
μ' αρέσουν οι άνθρωποι που πάντα βρίσκουν έναν λόγο να χαμογελάνε
μ'αρέσουν τα κοτσύφια που κάθε Μάρτη τρελαίνονται να τραγουδούν για το ταίρι τους και τρελαίνουν κι εμένα με την ανθρωπόμορφη λαλιά τους
μ'αρέσει η άνοιξη μέσα στο χειμώνα
η αγάπη εκεί που δεν την περιμένεις
μ'αρέσει το ζεστό ψωμί που μόλις βγήκε από το φούρνο
τα σκαμμένα πρόσωπα των ναυτικών και των ψαράδων
μ'αρέσουν τα όμορφα σκηνικά όταν εκείνος με κρατά αγκαλιά
μ'αρέσει να με κρατά αγκαλιά και χωρίς όμορφα σκηνικά
μ' αρέσουν τα φθινοπωρινά φύλλα και η πανδαισία των χρωμάτων τους
μ'αρέσει το αρχιπέλαγος ακόμη και για τ' όνομα του. οι λέξεις έχουν τη δική τους μουσική
μ΄αρέσουν τα γιορτινά πρωινά του χειμώνα, όταν τα φώτα δίνουν μια διαφορετική λάμψη στην πόλη
μ'αρέσει ο τρόπος που φίλος μου λέει : "μπορεί να μην είσαι κακάσχημη, αλλά απλά αποκρουστική" και ξεκαρδίζομαι στα γέλια
μ'αρέσει η μαρμελάδα βερύκοκο
το αφρόλουτρο με άρωμα μιμόζας
μ'αρέσει να χαζεύω ασπρόμαυρες φωτογραφίες, να βλέπω τις αλλαγές στους ανθρώπους, να απορώ για το πέρασμα της ζωής
μ'αρέσει η σκιά που αφήνει το κορμί μου όταν κολυμπώ σε διάφανα, καταγάλανα νερά
μ'αρέσει να αισθάνεται την απουσία μου, κάθε που φεύγω από κοντά του
μ'αρέσει να γυρίζω πίσω
μ'αρέσει να ακούω το speak low απο την Billie και να βουτώ στο βαθύ κυανό της σκέψης μου
μ' αρέσουν πολλά πράγματα που δεν είμαι
Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2009
μη....
Φυλακή στο σχήμα μιας κενής οθόνης
Θα δραπετεύσει κάποτε;
Διαλέγετε......Τι;
Και συμπληρώνετε. Ό,τι επιθυμείτε
Παιχνίδι πολλαπλών απαντήσεων
Με φυλακίζω.
Ώρες - ώρες δεν ξέρω τι αξίζει πιο πολύ
Τι αντέχω πιο πολύ
Χωράω σε καρδιοχτύπια άσκοπα
Και ποτέ δεν αναρωτήθηκα για κείνο το μετά
Κλειστές πόρτες
Φράσεις μισές.
Όταν μιλάω εκεί έξω, οι φράσεις είναι ολόκληρες
Με περιγράφουν.
Μεγάλα αυτιά, μεγάλη μύτη, μικρά χείλη
Αυτή είμαι;
Μοιάζω καρικατούρα
Ας είναι.
Μπορείτε να μου μιλάτε χωρίς να με βλέπετε
Με τι αντέχεις να ζεις και με τι όχι
Είναι θέμα αντοχής η ζωή ;
Ή ομορφιάς;
Νησί είναι ένα μέρος που πηγαίνουμε το καλοκαίρι για να γίνουμε ευτυχισμένοι
Νησί είναι και η καρδιά μας
Οι σύνδεσμοι και οι δευτερεύουσες είναι όλα μέσα μου
Μόνο που δεν ξέρω γραμματική
Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009
νοσταλγία
Κι όπως κυλά η κουβέντα και κουβαλάμε την κούραση της μέρας
μια λέξη, μια εικόνα
και βρίσκομαι να λικνίζομαι μεθυστικά πάνω απ' το κύμα
σε μια σκηνή που καταργώ το χρόνο
δεν έχουν όλες οι μνήμες σημείο αναφοράς
κάποιες αγκυροβολούν εντός και μοιάζουν άχρονες
χωρίς αρχή και τέλος
Έτσι κι εγώ λικνίζομαι....λικνίζομαι.... σε κείνη την τεράστια αγκαλιά από νερό
Πώς ξύπνησες τη νοσταλγία μια τόσο στέρεη μέρα ;
Όλα ήταν στη θέση τους τακτοποιημένα.
Μέχρι και τ'άστρα είναι κρυμμένα πίσω από σύννεφα.
Μα στο μυαλό μου χορεύουν κάτω από ένα τετράγωνο άνοιγμα και οι ήχοι δε μ'αφήνουν να κοιμηθώ.
Ίσως και να μη θέλω να κοιμηθώ.
Ξέρεις πώς είναι να θέλεις να χωρέσεις το σύμπαν σε μία στιγμή ;
Και όλη τη νύχτα βρέχει, βρέχει, βρέχει...
μια λέξη, μια εικόνα
και βρίσκομαι να λικνίζομαι μεθυστικά πάνω απ' το κύμα
σε μια σκηνή που καταργώ το χρόνο
δεν έχουν όλες οι μνήμες σημείο αναφοράς
κάποιες αγκυροβολούν εντός και μοιάζουν άχρονες
χωρίς αρχή και τέλος
Έτσι κι εγώ λικνίζομαι....λικνίζομαι.... σε κείνη την τεράστια αγκαλιά από νερό
Πώς ξύπνησες τη νοσταλγία μια τόσο στέρεη μέρα ;
Όλα ήταν στη θέση τους τακτοποιημένα.
Μέχρι και τ'άστρα είναι κρυμμένα πίσω από σύννεφα.
Μα στο μυαλό μου χορεύουν κάτω από ένα τετράγωνο άνοιγμα και οι ήχοι δε μ'αφήνουν να κοιμηθώ.
Ίσως και να μη θέλω να κοιμηθώ.
Ξέρεις πώς είναι να θέλεις να χωρέσεις το σύμπαν σε μία στιγμή ;
Και όλη τη νύχτα βρέχει, βρέχει, βρέχει...
Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009
Ο χρόνος μου κυλά περίεργα προς τα πίσω καθώς ξανακοιτάζω παλιά ημερολόγια
Μια νύξη στον τροβαδούρο της αγάπης με οδηγεί στο βιβλίο του. Το ανοίγω δίχως αληθινή προσμονή τυχαία στη σελίδα που βρίσκω τον σελιδοδείκτη
The beach at Kamini
The sailboats
the silver water
the crystals of salt
on her eyelashes
All the world
sudden and shining
the moment before G-d
turned you inward
L. Cohen
Ίσως κάποτε οι λέξεις μπορέσουν να εκφράσουν τις μικρές κοφτές αναπνοές της αγωνίας, το βαθύ αναστεναγμό της ανακούφισης, τη σκέψη που απλώνεται πολύ πέρα από το "εδώ" και από το χρόνο, μα για την ώρα μου μοιάζουν πολύ ανεπαρκείς.
Υπάρχουν πράγματα που απλά δεν τα "χωράμε" , αλλά μόνο μέσα από αυτήν την υπέρβαση του να προσπαθήσουμε να τα χωρέσουμε, βρίσκουμε τα δικά μας όρια. Ή ακόμη καλύτερα, τα διευρύνουμε.
Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2009
ένα ξεφύλλισμα
Κι εκεί που σκέψη, νους και αίσθημα φωτίζονται κάτω από τη δυνατή λάμψη του ήλιου
ένα ξεφύλλισμα, μία λαθραία ανάγνωση, δυο λέξεις κι έρχεται εκείνο το κύλισμα, το ανεπιθύμητο και ανεξέλεγκτο
σα σκουληκάκι που τρώει το ξύλο
και δεν είναι το υποκοριστικό τυχαίο
είναι που πρέπει να συμφιλιώνεσαι με το κουσούρι που σε τρώει
μόνο έτσι το ελέγχεις
και με αγάπη
ώρες, στιγμές δυσεύρετη
και πας δυο φύλλα παρακάτω και η θλίψη ντύνεται με χρώμα
ή θα μπορούσε να ντυθεί
αν όλα τα άλλα περίσσευαν
αλλά όχι πριν
όχι πιο πριν
γιατί στον ταξιδιωτικό σου σάκο
στο τέλος
χωράει μόνο η ψυχή σου
ένα ξεφύλλισμα, μία λαθραία ανάγνωση, δυο λέξεις κι έρχεται εκείνο το κύλισμα, το ανεπιθύμητο και ανεξέλεγκτο
σα σκουληκάκι που τρώει το ξύλο
και δεν είναι το υποκοριστικό τυχαίο
είναι που πρέπει να συμφιλιώνεσαι με το κουσούρι που σε τρώει
μόνο έτσι το ελέγχεις
και με αγάπη
ώρες, στιγμές δυσεύρετη
και πας δυο φύλλα παρακάτω και η θλίψη ντύνεται με χρώμα
ή θα μπορούσε να ντυθεί
αν όλα τα άλλα περίσσευαν
αλλά όχι πριν
όχι πιο πριν
γιατί στον ταξιδιωτικό σου σάκο
στο τέλος
χωράει μόνο η ψυχή σου
Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009
χνούδια
Τα φυσούσαμε να τα πάρει ο άνεμος και γέμιζε ο τόπος χνούδια
Χνούδια και όνειρα
Δε θυμάμαι αν έπρεπε να κάνουμε ευχές, ήταν τα χρόνια που οι ευχές δεν είχαν λόγο ύπαρξης. Όλα ήταν δυνατά. Αρκεί να πίστευες σε αυτά.
Μόνο ο χρόνος μας εμπόδιζε από την πραγματοποίηση του πιο τρελού ονείρου
Ίσως αυτο ...να μην έχει αλλάξει
Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009
Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2009
Κάποια τραγούδια μας φέρνουν το καλοκαίρι μέσα στο χειμώνα. Και είναι φορές που έχουμε ανάγκη από αυτό το καλοκαίρι.
Θυμάμαι εκείνη την πρώτη επιλογή στο μηχανηματάκι που κράταγα στα χέρια. Ένα μικρό τσίμπημα ανεπαίσθητο, μη εξηγήσιμο, αλλά υπαρκτό. Ήταν το μετά, απ' όπου θα απουσίαζα. Και δεν έχει μελαγχολία αυτή η φράση. Κρύβει επιθυμία, κρύβει καημό, κρύβει πολλή πολλή αγάπη....αλλά όχι μελαγχολία.
Εύχομαι πάντα οι δρόμοι όλων να οδηγούν εκεί που είναι η καρδιά τους.
Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2009
λήθης
Κάθε μέρα θυμάται και ακολουθεί σιωπηλά το δρόμο της λήθης. Παραξενιά κι αυτή ! Τον δρόμο που μόνο όσοι θυμούνται ακολουθούν, να τον βαφτίσουν "Λήθης"
Μοναχικά, με αργό βηματισμό....και με μια δύναμη που ζηλεύω....βήμα το βήμα.
"συνήθισες τη μοναξιά", της λέω με σιγουριά
"αυτό μην το πιστέψεις ποτέ. δε συνηθίζεται αυτό το πράγμα"
"μα πώς ; αφού και πριν μόνη ήσουν....σε έβλεπα ....μόνη καθόσουν εδώ.....και ήταν άρρωστος πολύ....όλη την ώρα ξάπλωνε και κοιμόταν και πονούσε..."
"ήταν εδώ....το ένιωθα....ήταν αλλιώς... Είδες τώρα ; Δυο ώρες έλειψα...άντε μίλα με τους τοίχους"
Δεν απάντησα. Για άλλη μια φορά με διάβασε σα λαγωνικό....
Προπορεύομαι ελαφρά λόγω του κρύου και κάθε λίγο κοντοστέκομαι να την περιμένω.
Για μένα είναι μια τυπική διαδικασία.....εκείνη κουβαλά την ψυχή της .
Λίγο πριν οι τοίχοι -οι μέσα και οι έξω - έμοιαζαν να κλείνουν ασφυκτικά γύρω μου, μέχρι που ανάσαινα με δυσκολία.
Κανείς δεν έφταιγε....μόνο το μυαλό μου που κυνηγούσε θύελλες.
Μοναχικά, με αργό βηματισμό....και με μια δύναμη που ζηλεύω....βήμα το βήμα.
"συνήθισες τη μοναξιά", της λέω με σιγουριά
"αυτό μην το πιστέψεις ποτέ. δε συνηθίζεται αυτό το πράγμα"
"μα πώς ; αφού και πριν μόνη ήσουν....σε έβλεπα ....μόνη καθόσουν εδώ.....και ήταν άρρωστος πολύ....όλη την ώρα ξάπλωνε και κοιμόταν και πονούσε..."
"ήταν εδώ....το ένιωθα....ήταν αλλιώς... Είδες τώρα ; Δυο ώρες έλειψα...άντε μίλα με τους τοίχους"
Δεν απάντησα. Για άλλη μια φορά με διάβασε σα λαγωνικό....
Προπορεύομαι ελαφρά λόγω του κρύου και κάθε λίγο κοντοστέκομαι να την περιμένω.
Για μένα είναι μια τυπική διαδικασία.....εκείνη κουβαλά την ψυχή της .
Λίγο πριν οι τοίχοι -οι μέσα και οι έξω - έμοιαζαν να κλείνουν ασφυκτικά γύρω μου, μέχρι που ανάσαινα με δυσκολία.
Κανείς δεν έφταιγε....μόνο το μυαλό μου που κυνηγούσε θύελλες.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)